Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
αὶ
ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με
λέγων· |
Κύριος
ὁμίλησε πρὸς ἐμὲ καὶ εἶπεν·
|
μίλησε
δὲ ὁ Κύριος πρὸς ἐμὲ καὶ
εἶπεν: |
2
υἱὲ ἀνθρώπου, στήρισον τὸ
πρόσωπόν σου ἐπὶ Γὼγ καὶ
τὴν γῆν τοῦ Μαγώγ, ἄρχοντα Ρώς,
Μοσὸχ καὶ Θοβέλ, καὶ προφήτευσον
ἐπ' αὐτὸν |
2
<υἱὲ ἀνθρώπου, στρέψε τὸ
πρόσωπόν σου ἐναντίον τοῦ Γὼγ
καὶ τῆς χώρας Μαγὼγ καὶ τῶν
ἀρχόντων Ρώς, Μοσὸχ καὶ Θοβέλ.
Προφήτευσε ἐναντίον τοῦ Γὼγ
|
2
Ἄνθρωπε, στρέψε ἀπειλητικὸν τὸ πρόσωπόν
σου πρὸς τὸν Γὼγ καὶ τὴν γῆν
τοῦ Μαγώγ, πρὸς αὐτὸν ποὺ εἶναι
ἄρχων τῶν Ρώς, Μοσὸχ καὶ Θοβέλ, καὶ
προφήτευσε ἐναντίον του. |
3
καὶ εἰπὸν αὐτῷ· τάδε
λέγει Κύριος Κύριος· ἰδοὺ
ἐγὼ ἐπὶ σὲ Γὼγ ἄρχοντα
Ρώς, Μοσὸχ καὶ Θοβὲλ
|
3
καὶ εἰπὲ εἰς αὐτόν·
αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος Κύριος:
᾿Ιδού, ἐγὼ ἐπέρχομαι ἐναντίον
σου, Γώγ, καὶ ἐναντίον τῶν ἀρχόντων
Ρώς, Μοσὸχ καὶ Θοβέλ.
|
3
Νὰ εἰπῇς δὲ εἰς αὐτὸν
τὰ ἑξῆς: Αὐτὰ λέγει ὁ
μόνος Κύριος καὶ ἐξουσιαστὴς τὸν παντός:
Ἰδοὺ στρέφομαι Ἐγὼ ἐναντίον
σου, Γώγ, ἄρχοντα τῶν Ρώς, Μοσὸχ καὶ
Θοβέλ. |
4
καὶ συνάξω σε καὶ πᾶσαν τὴν
δύναμίν σου, ἵππους καὶ ἱππεῖς
ἐνδεδυμένους θώρακας πάντας, συναγωγῇ
πολλῇ, πέλται καὶ περικεφαλαῖα καὶ
μάχαιραι, |
4
Θὰ περιμαζεύσω σὲ καὶ ὅλην τὴν
στρατιωτικήν σου δύναμιν, ἵππους καὶ
ἱππεῖς ἐνδεδυμένους ὅλους μὲ
θώρακας, λαὸν πολύν, ὡπλισμένον
μὲ ἀσπίδας, μὲ περικεφαλαίας
καὶ μὲ μαχαίρας.
|
4
Θὰ σὲ μαζεύσω μαζὶ μὲ ὅλην τὴν
στρατιωτικὴν δύναμίν σου, τοὺς ἵππους δηλαδὴ
καὶ τοὺς ἱππεῖς, ποὺ ὅλοι
θὰ φοροῦν τοὺς θώρακάς των· θὰ
εἶναι μέγα πλῆθος ὡπλισμένον μὲ μικρὰς
ἀσπίδας, μὲ περικεφαλαίας καὶ μαχαίρια.
|
5
Πέρσαι καὶ Αἰθίοπες καὶ Λίβυες,
πάντες περικεφαλαίαις καὶ πέλταις,
|
5
Μαζῆ σου θὰ εἶναι Πέρσαι, Αἰθίοπες,
Λίβυες, ὅλοι ὡπλισμένοι μὲ τὰς
περικεφαλαίας καὶ τὰς ἀσπίδας
των. |
5
Θὰ ὑπάρχουν Πέρσαι, Αἰθίοπες καὶ Λίβυες,
ὅλοι μὲ περικεφαλαίας καὶ μικρὰς ἀσπίδας.
|
6
Γομὲρ καὶ πάντες οἱ περὶ αὐτόν,
οἶκος τοῦ Θεργαμὰ ἀπ' ἐσχάτου
βορρᾶ καὶ πάντες οἱ περὶ αὐτόν,
καὶ ἔθνη πολλὰ μετά σοῦ·
|
6
Ὁ Γομὲρ καὶ ὅλοι οἱ πολεμισταί
του, ὁ λαὸς Θεργαμὰ ἀπὸ τὰ
ἀκρότατα ὅρια τοῦ βορρᾶ, καὶ
ὅλοι οἱ γύρω ἀπὸ αὐτὸν
πολεμισταί, ἔθνη πολλὰ θὰ εἶναι
μαζῆ σου.
|
6
Θὰ εἶναι παρών καὶ ὁ Γομὲρ μαζὶ
μὲ ὅλους ἐκείνους ποὺ εἶναι
γύρω του, καθὼς ἐπίσης οἱ ἀπόγονοι
τοῦ Θεργαμὰ ἀπὸ τὴν ἄκρην
τοῦ βορρᾶ καὶ ὅλοι οἱ φίλοι
του καὶ πολλὰ ἄλλα ἔθνη μαζί σου.
|
7
ἐτοιμάσθητι, ἐτοίμασον σεαυτὸν
σύ, καὶ πᾶσα ἡ συναγωγή σου
ἡ συνηγμένη μετὰ σοῦ καὶ ἔσῃ
μοι εἰς προφυλακήν. |
7
Ἐτοιμάσου, λοιπόν, ἐτοίμασε
τὸν ἑαυτόν σου καὶ ὅλον τὸ
πολὺ πλῆθος τῶν στρατιωτῶν, ποὺ
θὰ εἶναι συγκεντρωμένον μαζῆ σου.
Σὺ δὲ ὡς ἀρχηγὸς τοῦ στρατεύματος
αὐτοῦ θὰ τεθῇς εἰς τὴν
ὑπηρεσίαν μου.
|
7
Ἐτοιμάσου, λοιπόν, ἐτοίμασε τὸν ἑαυτόν
σου διὰ τὴν ἐπίθεσιν σὺ καὶ
ὅλη ἡ συνάθροισις τῶν λαῶν ποὺ
ἔχουν συναχθῇ μαζί σου. Σὺ θὰ μοῦ
εἶσαι ὡσὰν ἄλλη ἐμπροσθοφυλακή,
ὁ ἐπὶ κεφαλῆς των.
|
8
Ἀφ' ἡμερῶν πλειόνων ἑτοιμασθήσεται
καὶ ἐπ' ἐσχάτου ἐτῶν ἐλεύσεται
καὶ ἥξει εἰς τὴν γῆν τὴν
ἀπεστραμμένην ἀπὸ μαχαίρας,
συνηγμένων ἀπὸ ἐθνῶν πολλῶν,
ἐπὶ γῆν Ἰσραήλ, ἣ ἐγενήθη
ἔρημος δι' ὅλου· καὶ οὗτος ἐξ
ἐθνῶν ἐξελήλυθε καὶ κατοικήσουσιν
ἐπ' εἰρήνης ἅπαντες.
|
8
Αὐτὴ ἡ στρατιὰ ἀπὸ τὰ
πολλὰ ἔθνη, ποὺ ἔχουν συγκεντρωθῆ
ὁλόγυρά σου, ἔχει ἀπὸ
ἀρχαιοτάτους χρόνος προορισθῆ, καὶ
κατὰ τοὺς τελευταίους τούτους καιροὺς
θὰ ἔλθῃ καὶ θὰ φθάσῃ
εἰς μίαν χώραν, ἡ ὁποία
ἔχει πλέον λυτρωθῆ ἀπὸ τὴν
φονικὴν μάχαιραν τῶν ἐχθρῶν,
εἰς τὴν χώραν τοῦ ἰσραήλ,
ἡ ὁποία προηγουμένως εἶχεν ἐξ
ὁλοκλήρου ἐρημωθῇ. Αὐτὸς
ὅμως ὁ ἰσραηλιτικὸς λαὸς ἐβγῆκε
πλέον ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσίαν
τῶν εἰδωλολατρικῶν ἐθνῶν καὶ
κατοικοῦν ὅλοι εἰρηνικῶς εἰς
τὴν χώραν των.
|
8
Πρὶν ἀπὸ πολὺν καιρὸν θὰ
ἐτοιμασθῇ αὐτὴ ἡ στρατιά· κατὰ
τοὺς τελευταίους δὲ χρόνους θὰ προχωρήσω
καὶ θὰ φθάσῃ εἰς τὴν χώραν τὴν
ὁποίαν κατοικοῦν ἄνθρωποι ποὺ διεσώθησαν
ἀπὸ τὸ ἐχθρικὸν μαχαίρι καὶ
συνήχθησαν ἀπὸ πολλὰ ἔθνη καὶ
ἐπέστρεψαν εἰς τὴν γῆν αὐτήν,
τὴν γῆν δηλαδὴ τοῦ Ἰσραήλ, ἡ
ὁποία εἶχεν ἐρημωθῇ ἐντελῶς.
Ὁ λαὸς αὐτὸς τοῦ Ἰσραὴλ
ἐβγῆκε μέσα ἀπὸ τὰ διάφορα ἔθνη,
εἰς τὰ ὁποῖα εἶχε διασκορπισθῆ,
καὶ ἐφρόντιζαν πλέον ὅλοι των νὰ
ζοῦν μὲ εἰρήνην. |
9
Καὶ ἀναβήσῃ ὡς ὑετὸς
καὶ ἥξεις ὡς νεφέλη κατακαλύψαι
γῆν καὶ ἔσῃ σὺ καὶ πάντες
οἱ περὶ σὲ καὶ ἔθνη πολλὰ
μετά σοῦ.
|
9
Σύ, θὰ ἀνεβῇς ἐναντίον
τῆς χώρας αὐτῆς ὡσὰν ραγδαία
βροχή, θὰ φθάσῃς ἐκεῖ
ὡς σκοτεινὴ νεφέλη καὶ θὰ σκεπάσῃς
τὴν γῆν. Εἰς
τὴν ἐπιδρομὴν αὐτὴν θὰ
εἶσαι σὺ καὶ ὅλοι οἱ γύρω
ἀπὸ σὲ πολεμισταὶ καὶ πολλὰ
ἀλλὰ ἔθνη μαζῆ σου.
|
9
Θὰ ἀνέβης λοιπὸν σύ, Γώγ, εἰς τὴν
ὀρεινὴν χώραν των καὶ θὰ πέσῃς
ἐπάνω της ὡσὰν ραγδαία βροχή·
θὰ ἔλθῃς ὡσὰν σύννεφον
διὰ νὰ τὴν καλύψῃς ὁλοτελῶς·
θὰ εἶσαι δὲ σὺ καὶ ὅλος
ὁ στρατός σου, καθὼς καὶ πολλὰ ἄλλα
ἔθνη μαζί σου. |
10
Τάδε λέγει Κύριος Κύριος· καὶ
ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ
ἀναβήσεται ρήματα ἐπὶ τὴν
καρδίαν σου, καὶ λογιῇ λογισμοὺς πονηροὺς
|
10
Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος Κύριος·
Κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην
θὰ ἀναβοῦν εἰς τὴν καρδίαν
σου σκέψεις καὶ ἐπιθυμίαι καὶ
θὰ σκεφθῇς πονηροὺς λογισμούς.
|
10
Αὐτὰ λέγει ὁ μόνος Κύριος καὶ ἐξουσιαστὴς
τοῦ παντός: Κατὰ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον
θὰ ἔλθουν, Γώγ, εἰς τὴν καρδία σου
ἐπιθυμίαι κακαὶ κέρδους καὶ δόξης, καὶ
θὰ σκεφθῇς πονηροὺς λογισμούς.
|
11
καὶ ἐρεῖς· ἀναβήσομαι ἐπὶ
γῆν ἀπερριμμένην, ἥξω ἐπὶ
ἠσυχάζοντας ἐν ἡσυχίᾳ
καὶ οἰκοῦντας ἐπ' εἰρήνης,
πάντας κατοικοῦντας γῆν, ἐν ᾗ
οὐχ ὑπάρχει τεῖχος οὐδὲ
μοχλοί, καὶ θύραι οὐκ εἰσὶν
αὐτοῖς, |
11
Καὶ θὰ πῆς: Ἐγὼ θὰ ἐπέλθω
ἐναντίον τῆς χώρας αὐτῆς,
τὴν ὁποίαν ὁ Θεὸς ἀπέρριψε
καὶ ἀφῆκεν ἀπροστάτευτον. Θὰ
ἔλθω εἰς ἐποχήν, κατὰ τὴν
ὁποίαν θὰ ἠσυχάζουν οἱ
κάτοικοί της καὶ θὰ ζοῦν εἰρηνικοί.
Θὰ ἐπέλθω ἐναντίον ὅλων
τῶν κατοίκων τῆς χώρας, εἰς
τὴν ὁποίαν δὲν ὑπάρχουν
οὔτε ὀχυρὰ τείχη, οὔτε μοχλοὶ
τῶν πυλῶν, οὔτε καὶ πύλαι κἂν
εἰς τὰ τείχη,
|
11
Καὶ θὰ εἰπῇς μέσα σου: <Θὰ
ἀνέβω εἰς αὐτὴν τὴν ὀρεινὴν
χώραν, ποὺ φαίνεται περιφρονημένη καὶ ἀπροστάτευτη.
Θὰ ἔλθω εἰς αὐτοὺς ποὺ
ζοῦν ἤρεμοι καὶ ἥσυχοι καὶ κατοικοῦν
εἰρηνικὰ εἰς τὴν χώραν των· πρὸς
ὅλους αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἐγκατεστημένοι
εἰς αὐτὴν τὴν χώραν, εἰς τὴν
ὁποίαν δὲν ὑπάρχει τεῖχος ποὺ
νὰ τὴν ἀσφαλίζῃ, οὔτε
μοχλοὶ διὰ τὰς πύλας τὸν τείχους.
Δὲν ἔχουν οὔτε θύρας αὐτοὶ οἱ
ἄνθρωποι· αἰσθάνονται ἀσφαλεῖς καὶ
εἶναι ἤρεμοι. |
12
προνομεῦσαι προνομὴν καὶ σκῦλα σκυλεῦσαι
αὐτῶν, τοῦ ἐπιστρέψαι χεῖράς
μου εἰς τὴν ἠρημωμένην, ἣ κατῳκίσθη,
καὶ ἐπ' ἔθνος συνηγμένον ἀπὸ
ἐθνῶν πολλῶν, πεποιηκότας κτήσεις,
κατοικοῦντας ἐπὶ τὸν ὀμφαλὸν
τῆς γῆς. |
12
διὰ νὰ τὴν λεηλατήσω, διὰ νὰ
πάρω ὅσον τὸ δυνατὸν περισσότερα
λάφυρα ἀπὸ αὐτήν. Θὰ ἀπλώσω,
λοιπόν, τὰ χέρια μου εἰς τὴν
τέως ἐρημωμένην χώραν, ἡ ὁποία
τώρα κατοικεῖται, ἐναντίον λαοῦ
ὁ ὁποῖος ἔχει συγκεντρωθῆ ἀνάμεσα
ἀπὸ πολλὰ ἄλλα εἰδωλολατρικὰ
ἔθνη, τώρα δὲ ἔχουν κατασκευάσει
καὶ ἀποκτήσει ἰδιοκτησίας καὶ
κατοικοῦν εἰς τὸ κέντρον τῆς
γῆς.
|
12
Θὰ ἔλθω νὰ ἀποκτήσω πολλὰ ἀγαθὰ
καὶ νὰ ἁρπάξω τὰ λάφυρά των·
θὰ στρέψω τὰ χέρια μου πρὸς τὴν χώραν
ποὺ εἶχεν ἐρημωθῇ καὶ τώρα ἐγέμισεν
ἀπὸ κατοίκους, καὶ πρὸς ἕνα
ἔθνος ποὺ ἔχει συναχθῇ μέσα ἀπὸ
πολλὰ ἔθνη· πρὸς ἀνθρώπους ποὺ
ἀπέκτησαν κτήματα καὶ περιουσίας καὶ οἱ
ὁποῖοι κατοικοῦν εἰς τὸ κέντρον
τῆς γῆς, εἰς θέσιν δηλαδὴ προνομιακήν>.
|
13
Σαββὰ καὶ Δαιδὰν καὶ ἔμποροι
Καρχηδόνιοι καὶ πᾶσαι αἱ κῶμαι
αὐτῶν ἐροῦσί σοι· εἰς
προνομὴν τοῦ προνομεῦσαι σὺ ἔρχῃ
καὶ σκυλεῦσαι σκῦλα; Συνήγαγες συναγωγήν
σου λαβεῖν ἀργύριον καὶ χρυσίον,
ἀπενέγκασθαι κτῆσιν τοῦ σκυλεῦσαι
σκῦλα. |
13
Οἱ κάτοικοι Σαββὰ καὶ Δαιδάν,
οἱ Καρχηδόνιοι ἔμποροι καὶ ὅλαι
αἱ πόλεις αὐτῶν, εἰς κερδοσκοπικὰς
ἐπιχειρήσεις ἀποβλέποντες θὰ
σοῦ ποῦν· λοιπόν, σὺ ἔρχεσαι
διὰ νὰ λεηλατήσῃς καὶ νὰ
ἀποκτήσῃς λάφυρα; Συνεκέντρωσες
τὴν στρατιωτικήν σου δύναμιν, διὰ
νὰ πάρῃς ἀργύριον καὶ
χρυσίον, νὰ ἀποκτήσῃς ὡς
ἰδικά σου πολλὰ λάφυρα! Ἡμεῖς
εἴμεθα πρόθυμοι νὰ τὰ ἀγοράσωμεν.
|
13
Οἱ κάτοικοι τῆς Σαββὰ καὶ τῆς
Δαιδὰν καὶ οἱ ἔμποροι τῆς Καρχηδόνος
καὶ οἱ πολῖται ὅλων τῶν κατοικημένων
περιοχῶν των θὰ σοῦ εἰποῦν:
<Ἔρχεσαι διὰ νὰ λεηλατήσῃς καὶ
ἀποκτήσῃς ἀγαθὰ καὶ νὰ
ἀρπάξῃς πολλὰ λάφυρα; Ἐμάζευσες
τόσον στρατόν, διὰ νὰ πάρῃς ἀσήμι
καὶ χρυσάφι, διὰ νὰ ἀποκτήσῃς
περιουσίαν καὶ νὰ ἀρπάξῃς λάφυρα;>
|
14
Διὰ τοῦτο προφήτευσον, υἱὲ ἀνθρώπου,
καὶ εὶπὸν τῷ Γώγ· τάδε
λέγει Κύριος· οὐκ ἐν τῇ
ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐν
τῷ κατοικισθῆναι τὸν λαόν μου Ἰσραὴλ
ἐπ' εἰρήνης ἐγερθήσῃ;
|
14
Διὰ τοῦτο σύ, υἱὲ ἀνθρώπου,
προφήτευσον καὶ εἰπὲ εἰς τὸν
Γὼγ αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος:
Κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην,
κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ λαός
μου θὰ ἔχῃ ἐγκατασταθῇ εἰρηνικὸς
εἰς τὴν χώραν τοῦ Ἰσραήλ,
τότε σὺ θὰ ἐπέλθῃς ἐναντίον
των; |
14
Διὰ τοῦτο προφήτευσε, ἄνθρωπε, καὶ
νὰ εἰπῇς τὰ ἑξῆς πρὸς
τὸν Γώγ: Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος τῶν
πάντων: Γνωρίζω τὰ σχέδιά σου. Δὲν ἀπεφάσισες
νὰ σηκωθῇς καὶ νὰ στραφῇς ἐναντίον
τοῦ λαοῦ μου Ἰσραὴλ κατὰ τὸν
καιρὸν ἐκεῖνον, κατὰ τὸν ὁποῖον
θὰ κατοικῇ αὐτὸς εἰρηνικὸς
εἰς τὴν χώραν του; |
15
Καὶ ἥξεις ἐκ τοῦ τόπου σου ἀπ'
ἐσχάτου βορρᾶ καὶ ἔθνη πολλὰ
μετὰ σοῦ, ἀναβάται
ἵππων πάντες, συναγωγὴ μεγάλη
καὶ δύναμις πολλή, |
15
Θὰ ξεκινήσῃς ἀπὸ τὰ ἄκρα
τοῦ βορρᾶ καὶ θὰ ἐπέλθῃς.
Μαζῆ σου δὲ θὰ ἔλθουν καὶ πολυάριθμοι
στρατιῶται ἀπὸ πολλὰ ἔθνη, ὅλοι
ἐπάνω εἰς ἵππους, μεγάλη στρατιωτικὴ
δύναμις.
|
15
Γνωρίζω ὅτι θὰ ἔλθῃς ἀπὸ
τὸν τόπον σου, ἀπὸ τὴν ἄκρην
τοῦ βορρᾶ, θὰ εἶναι δὲ μαζί
σου πολλὰ ἔθνη. Ὅλοι θὰ εἶναι
ἔφιπποι· θὰ ἀποτελῆτε μίαν μεγάλην
στρατιὰν καὶ θὰ διαθέτετε πολλὴν δύναμιν.
|
16
καὶ ἀναβάσῃ ἐπὶ τὸν
λαόν μου Ἰσραὴλ ὡς νεφέλη καλύψαι
γῆν· ἐπ' ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν
ἔσται, καὶ ἀνάξω σε ἐπὶ
τὴν γῆν μου, ἵνα γνῶσι πάντα
τὰ ἔθνη ἐμὲ ἐν τῷ ἁγιασθῆναί
με ἐν σοὶ ἐνώπιον αὐτῶν.
|
16
Θὰ ἐπέλθῃς ἐναντίον τοῦ
ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ μου ὡσὰν νεφέλη,
διὰ νὰ σκεπάσῃς ὅλην τὴν
χώραν. Αὐτὰ θὰ γίνουν κατὰ
τοὺς τελευταίους τούτους καιρούς.
Ἐγὼ θὰ σὲ ὁδηγήσω ἐναντίον
τῆς χώρας τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ.
Τοῦτο δέ, διὰ νὰ μὲ γνωρίσουν
ὅλα τὰ ἔθνη, ὅταν διὰ σοῦ,
ὡς ὀργάνου μου, θὰ φανῇ ἡ
δόξα μου ἐνώπιόν των.
|
16
Θὰ ἀνέβης πρὸς τὸν λαόν μου τὸν
Ἰσραήλ, ποὺ θὰ κατοικῇ εἰς τὴν
ὀρεινὴν γῆν του, ὡσὰν σύννεφον
ποὺ θὰ κινῆται νὰ καλύψῃ τὴν
χώραν. Θὰ συμβῇ αὐτὸ κατὰ τοὺς
τελευταίους καιρούς. Θὰ σὲ ἀνεβάσω μάλιστα
Ἐγὼ εἰς τὴν χώραν μου, διὰ νὰ
μὲ γνωρίσουν καλὰ ὅλα τὰ ἔθνη·
καὶ θὰ δοξασθῶ ἐνώπιόν των,
διότι θὰ γίνῃ ἡ δύναμίς μου φανερὰ
διὰ τῆς συντριβῆς σου.
|
17
Τάδε λέγει Κύριος Κύριος τῷ
Γώγ· σὺ εἶ περὶ οὗ
ἐλάλησα πρὸ ἡμέρων τῶν
ἔμπροσθεν διὰ χειρὸς τῶν δούλων
μου τῶν προφητῶν τοῦ Ἰσραήλ,
ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις
καὶ ἔτεσι, τοῦ ἀναγαγεῖν σε
ἐπ' αὐτούς. |
17
Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος Κύριος
εἰς τὸν Γώ: Σὺ εἶσαι ἐκεῖνος,
διὰ τὸν ὁποῖον προηγουμένως,
εἰς τὸ παρελθόν, ὡμίλησα διὰ
μέσου τῶν δούλων μου τῶν προφητῶν
τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, κατὰ
τὰς ἡμέρας τῶν ἐτῶν ἐκείνων·
ὅτι δηλαδὴ ἐγὼ θὰ σὲ ὁδηγήσω
ἐναντίον τοῦ λαοῦ αὐτοῦ.
|
17
Αὐτὰ λέγει ὁ μόνος Κύριος καὶ ἐξουσιαστὴς
τοῦ παντὸς πρὸς τὸν Γώγ: Σὺ
εἶσαι ἐκεῖνος, διὰ τὸν ὁποῖον
ἀπὸ πολὺν καιρὸν προηγουμένως ὡμίλησα
μὲ τὸ στόμα τῶν δούλων μου τῶν Προφητῶν
τοῦ Ἰσραὴλ κατὰ τὰς ἡμέρας
καὶ τὰ ἔτη ἐκεῖνα ποὺ
εἶχε παρασυρθῆ ὁ λαός μου εἰς τὴν
διαφθοράν, καὶ εἶπα ὅτι θὰ σὲ
ὠδηγοῦσα ἐναντίον των.
|
18
Καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ
ἐκείνῃ, ἐν ἡμέρᾳ,
ᾗ ἂν ἔλθῃ Γὼγ ἐπὶ
τὴν γῆν τοῦ Ἰσραήλ, λέγει
Κύριος Κύριος, ἀναβήσεται ὁ
θυμός μου |
18
Κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην,
κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ ἐπέλθῃ
ὁ Γὼγ εἰς τὴν χώραν τοῦ
Ἰσραήλ, λέγει ὁ Κύριος, θὰ
ἐκσπάσῃ ὁ θυμός μου
|
18
Κατὰ τὴν ἡμέραν λοιπὸν ἐκείνην
ποὺ θὰ πραγματοποιηθοῦν οἱ προφητικοὶ
αὐτοὶ λόγοι μου, κατὰ τὴν ἡμέραν
κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ ἔλθῃ
ὁ Γὼγ διὰ νὰ κτυπήσῃ τὴν
χώραν τοῦ Ἰσραήλ, λέγει ὁ μόνος Κύριος καὶ
ἐξουσιαστὴς τοῦ παντός, θὰ αὐξηθῇ
ὁ θυμός μου |
19
καὶ ὁ ζῆλός μου. Ἐν πυρὶ
τῆς ὀργῆς μου ἐλάλησα, εἰ
μὴν ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ
ἔσται σεισμὸς μέγας ἐπὶ γῆς
Ἰσραήλ, |
19
καὶ ἡ ἀγανάκτησίς μου. Ἐπάνω
εἰς τὴν φλόγα τῆς ὀργῆς
μου ἐλάλησα. Ἀσφαλῶς καὶ βεβαίως
κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην
θὰ γίνῃ μέγας σεισμὸς εἰς
τὴν χώραν τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ.
|
19
καὶ θὰ ἐξαφθῇ ὁ ζῆλος
μου. Ὡμίλησα δὲ μέσα εἰς τὴν ἔξαψιν
τῆς δικαίας ὀργῆς μου καὶ διεβεβαίωσα
ὅτι κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην
θὰ γίνῃ μέγας σεισμὸς εἰς τὴν
χώραν τοῦ Ἰσραήλ. |
20
καὶ σεισθήσονται ἀπὸ προσώπου
Κυρίου οἱ ἰχθύες τῆς θαλάσσης
καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ
καὶ τὰ θηρία τοῦ πεδίου καὶ
πάντα τὰ ἐρπετὰ τὰ ἔρποντα
ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πάντες
οἱ ἄνθρωποι οἱ ἐπὶ προσώπου
τῆς γῆς, καὶ ραγήσεται τὰ ὄρη
καὶ πεσοῦνται αἱ φάραγγες, καὶ
πᾶν τεῖχος ἐπὶ τὴν γῆν
πεσεῖται. |
20
Θὰ συγκλονισθοῦν ἀπὸ τὸν τρόμον
ἐξ αἰτίας μου οἱ ἰχθύες
τῆς θαλάσσης, τὰ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ,
τὰ θηρία τῆς ὑπαίθρου, ὅλα
τὰ ζῶα, ποὺ ἔρπουν εἰς τὴν
γῆν, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ποὺ καλύπτουν
τὴν ἔκτασιν αὐτῆς. Θὰ διαρραγοῦν
τὰ ὄρη, θὰ κρημνισθοῦν αἱ φάραγγες
καὶ κάθε ὀχυρὸν τεῖχος τῶν
πόλεων θὰ πέσῃ εἰς ἐρείπια.
|
20
Θὰ συγκλονισθοῦν δὲ ἐμπρὸς εἰς
Ἐμέ, τὸν Κύριον τοῦ σύμπαντος, τὰ
ψάρια τῆς θαλάσσης, τὰ πουλιὰ τοῦ
οὐρανοῦ, τὰ θηρία τῶν ἀγρῶν
καὶ ὅλα τὰ ἑρπετὰ ποὺ
σύρονται εἰς τὴν γῆν, καθὼς καὶ
ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ κατοικοῦν
εἰς τὴν ἐπιφάνειαν τῆς γῆς.
Θὰ σχισθοῦν τὰ βουνά, θὰ πέσουν τὰ
φαράγγια, καὶ κάθε τεῖχος ποὺ ἀσφάλιζε
τὰς πόλεις θὰ κρημνισθῇ.
|
21
Καὶ καλέσω ἐπ' αὐτὸν πᾶν
φόβον, λέγει Κύριος· μάχαιρα
ἀνθρώπου ἐπὶ τὸν ἀδελφὸν
αὐτοῦ ἔσται. |
21
Τότε θὰ ἐπιφέρω ἐναντίον
τοῦ Γὼγ κάθε φόβον, λέγει ὁ
Κύριος. Ὁ τρόμος καὶ ἡ σύγχυσις
θὰ εἶναι τέτοια, ὥστε ἡ μάχαιρα
τοῦ ἑνὸς στρατιώτου τοῦ Γὼγ
θὰ στρέφεται ἐναντίον τοῦ συστρατιώτου
του. |
21
Θὰ φωνάξω δέ, λέγει ὁ Κύριος τοῦ παντός,
καὶ θὰ διατάξω νὰ ἔλθῃ καὶ
νὰ κυριεύσῃ τὸν ἐχθρὸν κάθε
εἶδος φόβου τρομεροῦ. Θὰ στραφῇ δὲ
τὸ φονικὸν μαχαίρι τοῦ κάθε ἀνθρώπου
τῆς στρατιᾶς τοῦ Γὼγ ἐναντίον
τοῦ ἀδελφοῦ καὶ συστρατιώτου του.
|
22
Καὶ κρινῶ αὐτὸν θανάτῳ
καὶ αἵματι καὶ ὑετῷ κατακλύζοντι
καὶ λίθοις χαλάζης, καὶ πῦρ
καὶ θεῖον βρέξω ἐπ' αὐτὸν
κα ἐπὶ πάντας τοὺς μετ' αὐτοῦ
καὶ ἐπ' ἔθνη πολλὰ μετ' αὐτοῦ.
|
22
Θὰ κρίνω καὶ θὰ καταδικάσω τὸν
Γὼγ εἰς θάνατον· αἷμα καὶ
κατακλυσμιαῖαι βροχαὶ θὰ πλημμυρίσουν
τὴν χώραν του. Θὰ βρέξω ἐπάνω
εἰς αὐτὸν καὶ εἰς ὅλους
τοὺς στρατιώτας καὶ τὰ ἔθνη,
ποὺ θὰ εἶναι μαζῆ του, χάλαζαν
ὡσὰν λίθους, φωτιὰν καὶ θειάφι.
|
22
Θὰ τὸν καταδικάσω καὶ θὰ τὸν
κτυπήσω μὲ θανατηφόρον ἀσθένειαν, μὲ αἱματοκύλισμα,
μὲ κατακλυσμιαίαν βροχὴν καὶ μὲ σκληρὸν
ὡσὰν τὰς πέτρας χαλάζι· θὰ βρέξω
μάλιστα ἐπάνω του καὶ ἐπάνω εἰς
ὅλους τοὺς στρατιώτας του καὶ εἰς
τὰ πολλὰ ἔθνη ποὺ θὰ εἶναι
μαζί του φωτιὰ καὶ θειάφι.
|
23
Καὶ μεγαλυνθήσομαι καὶ ἁγιασθήσομαι
καὶ ἐνδοξασθήσομαι καὶ γνωσθήσομαι
ἐναντίον ἐθνῶν πολλῶν, καὶ
γνώσονται ὅτι ἐγώ εἰμι Κύριος.
|
23
Ἔτσι δὲ μὲ τὴν καταστροφὴν τοῦ
ἐπιβούλου αὐτοῦ θὰ φανῇ
τὸ μεγαλεῖον μου, ἡ ἁγιότης
μου καὶ ἡ δόξα μου. Καὶ θὰ γίνω
γνωστὸς ἐνώπιον πολλῶν εἰδωλολατρικῶν
ἐθνῶν, καὶ θὰ μάθουν ἔτσι
ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ Κύριος.
|
23
Ἔτσι θὰ λάμψῃ τὸ μεγαλεῖον μου
καὶ θὰ ἐκδηλωθῇ ἡ ἁγιότης
μου, ποὺ δὲν ἀνέχεται αἰωνίως τὸ
κακὸν θὰ δοξασθῶ δὲ καὶ θὰ
γίνω γνωστὸς ἐμπρὸς εἰς πολλὰ
ἔθνη, καὶ θὰ γνωρίσουν τότε ὅτι Ἐγώ,
ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ, εἶμαι ὁ
Κύριος τοῦ παντός. |