Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
λογισμὲ τέκνων παθῶν τύραννε καὶ
εὐσέβεια μητρὶ τέκνων ποθεινοτέρα.
|
λογισμέ,
ποὺ κυριαρχεὶς ἐπὶ τοῦ μητρικοῦ
πάθους πρὸς τὰ τέκνα, καὶ ᾦ
εὐσέβεια, περισσότερον ποθητὴ εἰς
τὴν μητέρα ἀπὸ τὰ τέκνα!
|
λογισμέ, ποὺ κυριαρχεῖς ἐπάνω εἰς
τὸ ἰσχυρὸν φίλτρον τῆς μητέρας πρὸς
τὰ τέκνα! Ὦ εὐσέβεια, ποὺ εἶσαι
περισσότερον ποθητὴ εἰς τὴν μητέρα ἀπὸ
τὰ τέκνα! |
2
μήτηρ δυοῖν προκειμένων, εὐσεβείας
καὶ τῆς τῶν ἑπτὰ υἱῶν
σωτηρίας προσκαίρου κατὰ τὴν τοῦ
τυράννου ὑπόσχεσιν, |
2
Δύο πράγματα εἶχεν ἐμπρός της
ἡ μητέρα, τὴν εὐσέβειαν καὶ
τὴν, πρόσκαιρον ἄλλως τε, σωτηρίαν
τῶν ἑπτὰ παιδιῶν της, σύμφωνα
μὲ τὴν ὑπόσχεσιν τοῦ τυράννου.
|
2
Δύο πράγματα (ἤ: Δύο δρόμους) εἶχεν ἐμπρός
της ἡ μητέρα αὐτή: Τὴν πρὸς
τὸν ζωντανὸν Θεὸν ἀληθινὴν θρησκείαν
καὶ τὴν προσωρινὴν σωτηρίαν τῶν ἑπτὰ
υἱῶν της, σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεσιν
τοῦ τυράννου (Ἀντιόχου Δ').
|
3
τὴν εὐσέβειαν μᾶλλον ἠγάπησε
τὴν σῴζουσαν εἰς αἰώνιον ζωὴν
κατὰ Θεόν. |
3
Ἠγάπησεν ὅμως περισσότερον τὴν
εὐσέβειαν, ποὺ σώζει εἰς τὴν
κατὰ Θεὸν αἰωνίαν ζωήν.
|
3
Αὐτὴ ὅμως ἀγάπησε περισσότερον τὴν
πρὸς τὸν ζωντανὸν Θεὸν ἀληθινὴν
θρησκείαν· τὴν θρησκείαν ἡ ὁποία ὁδηγεῖ
καὶ σώζει εἰς τὴν αἰώνιον ζωήν,
σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεσιν τοῦ Θεοῦ.
|
4
Ὦ τίνα τρόπον ἠθολογήσαιμι,
φιλότεκνα γονέων πάθη. Ψυχῆς τε καὶ
μορφῆς ὁμοιότητα εἰς μικροῦ
παιδὸς χαρακτῆρα θαυμάσιον ἐναποσφραγίζομεν,
μάλιστα διὰ τὸ τῶν παθῶν τοῖς
γεννηθεῖσι τὰς μητέρας τῶν πατέρων
καθεστάναι συμπαθεστέρας. |
4
Πῶς νὰ ἐμβαθύνω εἰς τὸ
ἦθος καὶ νὰ ἑρμηνεύσω τὸ
πάθος τῆς φιλοστοργίας τῶν γονέων
πρὸς τὰ τέκνα; Τὴν ὁμοιότητα
τῆς ψυχῆς ἀλλὰ καὶ τοῦ
σώματος ἐγχαράττομεν καὶ ἀποθέτομεν
κατὰ θαυμάσιον τρόπον εἰς τοῦ
μικροῦ παιδιοῦ τὸν χαρακτῆρα. Ἀλλὰ
αἱ μητέρες γίνονται εἰς τῶν
παιδιά των συμπαθέστεραι ἀπὸ τοὺς
πατέρας διὰ τὴν ἔντασιν ἀκριβῶς
τῆς συμπαθείας των πρὸς αὐτά.
|
4
Ὦ, μὲ ποῖον τρόπον νὰ παραστήσω τὸν
χαρακτῆρα καὶ νὰ ἐκφράσω τὸ
ἦθος καὶ τὰ δυνατὰ αἰσθήματα
τῶν γονέων, οἱ ὁποῖοι ἀγαποῦν
τὰ παιδιά των; Σφραγίζομεν, χαράσομεν, ἀποτυπώνομεν
ἐπάνω εἰς τὴν ὅλην προσωπικότητα
τοῦ μικροῦ παιδιοῦ μίαν θανμασίαν ὁμοιότητα
τῆς ψυχῆς (τῶν ἐσωτερικῶν ψυχικῶν
καὶ διανοητικῶν χαρισμάτων) καὶ τοῦ
σώματος (τῆς ἐξωτερικῆς μορφῆς). Ἰδιαιτέρως
δὲ τοῦτο εἶναι ἀληθινὸν εἰς
τὴν περίπτωσιν τῶν μητέρων, οἱ ὁποῖες
λόγῳ τῶν πόνων τοῦ τοκετοῦ εἶναι
πολὺ περισσότερον συμπαθεῖς εἰς τὰ
παιδιά των ἀπὸ ὅ,τι οἱ πατέρες.
|
5
Ὅσῳ γὰρ καὶ ἀσθενόψυχοι
καὶ πολυγονώτεραι ὑπάρχουσιν αἱ
μητέρες, τοσοῦτον μᾶλλόν εἰσι
φιλοτεκνότεραι. |
5
Διότι ὅσον περισσότερον συνδυάζουν
τὴν ψυχικὴν εὐαισθησίαν καὶ
τὴν πολυτεκνίαν αἱ μητέρες, τόσον
περισσότερον εἶναι καὶ φιλότεκνοι.
|
5
Διότι ὅσον περισσότερον εὐαίσθητες καὶ περισσότερον
πολύτεκνες εἶναι οἱ μητέρες, τόσον καὶ
περισσότερον πόθον καὶ ἀγάπην ἔχουν διὰ
τὰ παιδιά των. |
6
Πασῶν δὲ τῶν μητέρων ἐγένετο
ἡ τῶν ἑπτὰ παίδων μήτηρ
φιλοτεκνοτέρα, ἥτις ἑπτὰ κυοφορίαις
τὴν πρὸς αὐτοὺς ἐπιφυτευομένη
φιλοστοργίαν |
6
Ἀπὸ ὅλας ὅμως τὰς μητέρας
ἡ μητέρα τῶν ἑπτὰ αὐτῶν
νέων ἀνεδείχθη περισσότερον φιλότεκνος,
ἡ ὁποία μὲ ἑπτὰ κυοφορίας
ἐπηύξησε τὴν ἔμφυτον φιλοστοργίαν
της πρὸς αὐτοὺς
|
6
Ὅμως ἀπὸ ὅλες τὶς μητέρες περισσότερον
φιλότεκνος ἀνεδείχθη ἡ μητέρα τῶν ἑπτὰ
νέων, ἡ ὁποία μὲ ἑπτὰ κυοφορίες
ἐφύτευσε βαθύτερα καὶ αὔξησε περισσότερον
τὴν ἀγάπην πρὸς τὰ τέκνα της·
|
7
καὶ διὰ παλλὰς τὰς καθ' ἕκαστον
αὐτῶν ὠδῖνας ἠναγκασμένη
τὴν εἰς αὐτοὺς ἔχειν συμπάθειαν,
|
7
καὶ τρὸπον τινὰ ἠναγκάσθη νὰ
τρέφῃ συμπάθειαν πρὸς αὐτοὺς
καὶ διὰ τοὺς πόνους τοῦ τοκετοῦ,
ποὺ ἐδοκίμασε διὰ τὸν καθένα
ἀπὸ αὐτούς.
|
7
ἕνεκα δὲ τῶν πολλῶν ὠδίνων
τοῦ τοκετοῦ ποὺ ὑπέφερε κατὰ
τὴν γέννησιν καθενὸς ἀπὸ αὐτά,
ὑποχρεωτικῶς ἔτρεφε συμπάθειαν καὶ
δυνατὴν στοργὴν πρὸς αὐτά.
|
8
διὰ τὸν πρὸς τὸν Θεὸν φόβον
ὑπερεῖδε τὴν τῶν τέκνων πρόσκαιρον
σωτηρίαν. |
8
Ἔδειξεν ἐν τούτοις ἀδιαφορίαν
διὰ τὴν πρόσκαιρον σωτηρία τῶν
παιδιῶν της, ἐξ αἰτίας τῆς εὐλαβείας
της πρὸς τὸν Θεόν. |
8
Παρ' ὅλα αὐτά, ἐξ αἰτίας τοῦ
βαθυτάτου σεβασμοῦ ποὺ ἔτρεφε πρὸς
τὸν Θεόν, παρέβλεψε καὶ ἐπεριφρόνησε τὴν
προσωρινὴν σωτηρίαν τῶν παιδιῶν της.
|
9
Οὐ μὴν δέ, ἀλλὰ καὶ διὰ
τὴν καλοκἀγαθίαν τῶν υἱῶν
καὶ τὴν πρὸς τὸν νόμον αὐτῶν
εὐπείθειαν μείζω τὴν ἐν αὐτοῖς
ἔσχε φιλοστοργίαν. |
9
Ἐπὶ πλέον δὲ καὶ διὰ τὴν
ἀρετήν, ποὺ εἶχαν τὰ παιδιά
της καὶ διὰ τὴν ὑπακοήν των
εἰς τοὺς νόμους ἀπέκτησε μεγαλυτέραν
τὴν πρὸς αὐτοῦ φιλοστοργίαν.
|
9
Ἀλλ’ ἀκόμη καὶ διὰ τὸν καλοκάγαθον
χαρακτῆρα, τὴν ἐν γένει ἀρετὴν
ποὺ εἶχαν οἱ υἱοί της, καὶ
διὰ τὴν πρόθυμον ὑπακοὴν πρὸς
τὸν Νόμον τοῦ Θεοῦ ᾐσθάνετο καὶ
ἔτρεφε μεγαλυτέραν ἀγάπην καὶ τρυφερότητα
πρὸς αὐτούς. |
10
Δίκαιοὶ τε γὰρ ἦσαν καὶ σώφρονες
καὶ ἀνδρεῖοι καὶ μεγαλόψυχοι
καὶ φιλάδελφοι καὶ φιλομήτορες οὕτως,
ὥστε καὶ μέχρι θανάτου τὰ νόμιμα
φυλάσσοντας πείθεσθαι αὐτῇ.
|
10
Διότι ἦσαν δίκαιοι σώφρονες, γενναῖοι,
μεγαλόψυχοι, φιλάδελφοι, φιλομήτορες τόσον
πολύ, ὥστε νὰ ὑπακούουν εἰς
αὐτὴν μέχρι θανάτου κα νὰ φυλάσσουν
τὰς ἐντολὰς τοῦ Νόμου.
|
10
Διότι οἱ υἱοί της ἦσαν δίκαιοι καὶ
σώφρονες καὶ ἀνδρεῖοι καὶ μεγαλόψυχοι,
ἀγαποῦσαν τοὺς ἀδελφούς των,
ἀγαποῦσαν δὲ καὶ τὴν μητέρα
των τόσον πολύ, ὥστε νὰ πειθαρχοῦν εἰς
αὐτὴν ἀκόμη καὶ μέχρι θανάτου,
φυλάσσοντες τὶς προσταγὲς τοῦ Μωσαϊκοῦ
νόμου. |
11
Ἀλλ' ὅμως καίπερ τοσούτων ὄντων
τῶν περὶ φιλοτεκνίαν εἰς συμπάθειαν
ἑλκόντων τὴν μητέρα, ἐπ' οὐδενὸς
αὐτῶν τὸν λογισμὸν αὐτῆς
αἱ παμποίκιλοι βάσανοι ἴσχυσαν μεταστρέψαι,
|
11
Ἀλλ' ὅμως, ἐνῷ ἦσαν τόσον
πολλὰ τὰ κίνητρα τῆς φιλοστοργίας
ποὺ ὡδήγησαν τὴν μητέρα εἰς
τὸ νὰ συμπάσχῃ μαζῆ μὲ
τὰ παιδιά της, διὰ κανένα ἀπὸ
αὐτὰ δὲν ἠμπόρεσαν τὰ
πολυειδῆ βασανιστήρια μεταβάλουν τὸν
λογισμόν της. |
11
Ἐν τούτοις, παρ’ ὅλον ὅτι τόσοι πολλοὶ
παράγοντες ἐπιδροῦσαν καὶ ἐπηρέαζαν
τὴν μητέρα ὥστε νὰ συμπάσχῃ μαζί
των ἕνεκα τῆς ἀγάπης ποὺ τοὺς
ἔτρεφε, διὰ κανένα ἀπὸ αὐτοὺς
δὲν ἠμπόρεσαν τὰ πολυποίκιλα βασανιστήρια
νὰ μεταβάλουν τὸν λογισμόν της.
|
12
ἀλλὰ καὶ καθ' ἕνα παῖδα καὶ
ὁμοῦ πάντας ἡ μήτηρ ἐπὶ
τὸν ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας
προετρέπετο θάνατον. |
12
Ἀλλὰ κάθε παιδὶ ἰδιαιτέρως
καὶ ὅλα μαζῆ τὰ προέτρεπεν ἡ
μητέρα εἰς τὸν θάνατον ὑπὲρ
τῆς εὐσεβείας.
|
12
Ἀντ’ αὐτοῦ ἡ μητέρα προέτρεπε κάθε
ἕνα παιδί της καὶ ὅλα μαζὶ εἰς
τὸν μαρτυρικὸν θάνατον ὑπὲρ τῆς
εὐσεβείας (τῆς ἀληθινῆς πρὸς
τὸν ζωντανὸν Θεὸν θρησκείας).
|
13
Ὦ φύσις ἱερὰ καὶ φίλτρα
γονέων καὶ γένεσις φιλόστοργε καὶ
τροφεῖα καὶ μητέρων ἀδάμαστα
πάθη. |
13
Ὦ ἱερὰ φύσις φίλτρον τῶν
γονέων, γέννησις διαποτισμένη ἀπὸ
στοργήν, ἀνατροφὴ καὶ συναισθήματα
ἀδάμαστα τῶν μητέρων!
|
13
Ὦ ἱερὰ φύσις καὶ φίλτρα γονέων καὶ
γέννησις πλήρης στοργῆς καὶ ἀγάπης καὶ
ἀνατροφὴ καὶ ἀνίκητα, ἀκαταδάμαστα
μητρικὰ συναισθήματα καὶ πόνοι. |
14
Καθ' ἕνα στρεβλούμενον καὶ φλεγόμενον
ὁρῶσα μήτηρ, οὐ μετεβάλλετο
διὰ τὴν εὐσέβειαν. |
14
Ἔβλεπε τὸ καθένα ἀπὸ τὰ
παιδιά της, νὰ ὑφίσταται στρεβλώσεις
καὶ νὰ καίεται καὶ ἐν τούτοις
δὲν μετέβαλλε τρόπον· καὶ τοῦτο
χάριν τῆς εὐσεβείας.
|
14
Ἡ μητέρα ἔβλεπε τὸ κάθε παιδί της
νὰ στραγγαλίζεται καὶ νὰ κατακαίεται, ἕνεκα
ὅμως τῆς εὐσεβείας της δὲν μετέβαλλε
τὴν στάσιν της. |
15
Τὰς σάρκας τῶν τέκνων ἑώρα
περὶ τὸ πῦρ τηκομένας καὶ τοὺς
τῶν ποδῶν καὶ χειρῶν δακτύλους
ἐπὶ γῆς σπαίροντας καὶ τὰς
τῶν κεφαλῶν μέχρι τῶν περὶ τὰ
γένεια σάρκας ὥσπερ προσωπεία προκειμένας.
|
15
Ἔβλεπε τὰς σάρκας τῶν παιδιῶν
της νὰ λυώνουν εἰς τὰς φλόγας
τοῦ πυρός, τὰ δάκτυλα τῶν χειρῶν
καὶ τῶν ποδῶν νὰ ἀσπαίρουν
κατὰ γῆς καὶ τὰς σάρκας ἀπὸ
τὴν κόμην μέχρι τῶν γενείων
νὰ προεξέχουν ὡς προσωπεῖον.
|
15
Ἔβλεπε τὶς σάρκες τῶν παιδιῶν της
νὰ λειώνουν μέσα εἰς τὴν φωτιὰ καὶ
τὰ κομμένα δάκτυλα τῶν ποδιῶν καὶ
τῶν χεριῶν νὰ σπαρταροῦν εἰς
τὸ χῶμα καὶ τὶς σάρκες ἀπὸ
τὴν κορυφὴν τῆς κεφαλῆς μέχρι τὰ
γένεια νὰ εἶναι ἐκτεθειμένες ὡσὰν
προσωπίδες. |
16
Ὦ πικρότερων μὲν νῦν μήτηρ πόνων
πειρασθεῖσα ἥπερ τῶν ἐπ' αὐτοῖς
ὠδίνων. |
16
Ὦ μήτηρ, ποὺ ἐδοκίμασες τώρα
πικρότερους πόνους ἀπὸ τοὺς
πόνους τοῦ τοκετοῦ!
|
16
Ὦ μητέρα, ἡ ὁποία ἐδοκιμάσθης τώρα
ἀπὸ πικροτέρους πόνους ἀπὸ ἐκείνους
τοῦ τοκετοῦ τῶν παιδιῶν σου!
|
17
Ὦ μονὴ γύναι τὴν εὐσέβειαν
ὁλόκληρον ἀποκυήσασα. |
17
Ὦ μόνη γυναῖκα, ποὺ ἐγέννησες
τὸ σύνολον τῆς εὐσεβείας,
|
17
Ὦ γυναῖκα, ἡ ὁποία εἶσαι ἡ
μόνη ποὺ ἐγέννησες ἀκεραίαν καὶ
ὁλόκληρον τὴν εὐσέβειαν!
|
18
Οὐ μετέτρεψέ σε πρωτότοκος ἀποπνέων,
οὐδὲ δεύτερος εἰς σὲ οἰκτρὸν
βλέπων ἐν βασάνοις, οὐδὲ τρίτος
ἀποψύχων, |
18
δὲν μετέτρεψε τὸ ἦθος σου ὁ
πρωτότοκος παραδίδων τὴν ψυχήν, οὔτε
ὁ δευτερότοκος ποὺ ἐν μέσῳ
τῶν μαρτυρίων του ἔστρεφε σπαρακτικὸν
πρὸς σὲ τὸ βλέμμα, οὔτε ὁ
τρίτος παραδίδων τὴν ψυχήν.
|
18
Δὲν μετέβαλε τὸν εὐσεβῆ λογισμὸν
καὶ τὴν σταθερὰν ἀπόφασίν σου
ὁ πρωτότοκος υἱός σου, ὅταν ἐξεψυχοῦσε,
οὔτε ὁ δεύτερος κατὰ σειράν, ὅταν
τὴν ὥραν ποὺ ἐβασανίζετο σὲ
ἐκύτταζε μὲ σπαρακτικὸν βλέμμα γεμᾶτο
οἶκτον, οὔτε καὶ ὁ τρίτος τὴν
ὥραν ποὺ παρέδιδε τὴν ψυχήν. |
19
οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἑνὸς
ἑκάστου θεωροῦσα ταυρηδὸν ἐπὶ
τῶν βασάνων ὁρῶντας τὸν ἑαυτῶν
οἰκισμὸν καὶ τοὺς μυκτῆρας προσημειουμένους
αὐτῶν τὸν θάνατον, οὐκ ἔκλαυσας.
|
19
Οὔτε ἐθρήνησες, καθὼς παρατηροῦσες
τὸν καθένα εἰς τὰ μάτια ἀτενῶς,
καθ' ὃν χρόνον καὶ ἐκεῖνοι εὑρισκόμενοι
ἐπάνω εἰς τὰ ὄργανα τοῦ
βασανισμοῦ ἔβλεπαν τὸν σπαραγμὸν τοῦ
σώματός των, οὔτε ἐκάμφθης βλέπουσα
τὸ στόμα των, ποὺ προεδήλωνε τὸν
ἐπερχόμενον θάνατόν των.
|
19
Οὔτε ἐθρήνησες, καθὼς παρατηροῦσες
τὸ κάθε παιδί σου εἰς τὰ μάτια μὲ
ἐπίμονον καὶ σταθερὸν βλέμμα ὡσὰν
ταῦρος, τὴν ὥραν ποὺ καὶ ἐκεῖνα,
ἐνῷ ἐβασανίζοντο, ἔβλεπαν τὶς
πληγὲς καὶ τὸ κατακομμάτιασμα τοῦ
σώματός των· οὔτε καθὼς ἔβλεπες
εἰς τὰ ρουθούνια των συσπάσεις δηλωτικὲς
τοῦ ἐπερχομένου θανάτου. |
20
Ἐπὶ σαρξὶ τέκνων ὁρῶσα
σάρκας τέκνων ἀποκαιομένας καὶ
ἐπὶ χερσὶ χεῖρας ἀποτεμνομένας
καὶ ἐπὶ κεφαλαῖς κεφαλὰς ἀποδειροτομουμένας
καὶ ἐπὶ νεκροῖς νεκροὺς πίπτοντας
καὶ πολυάνδριον ὁρῶσα τῶν τέκνων
τὸ χορεῖον διὰ τῶν βασάνων,
οὐκ ἐδάκρυσας. |
20
Ἂν καὶ ἔβλεπες τὰς σάρκας τῶν
τέκνων σου ἐπάνω εἰς τὰς σάρκας
τῶν ἄλλων τέκνων σου νὰ καίωνται,
καὶ ἐπάνω εἰς τὰ χέρια
ἄλλα χέρια νὰ κόπτωνται καὶ
ἐπάνω εἰς τὰς κεφαλὰς ἄλλας
κεφαλὰς νὰ γδέρνωνται καὶ νὰ
ἀποκόπτωνται καὶ ἐπάνω εἰς
νεκροὺς νὰ πίπτουν ἄλλοι νεκροί,
ἂν καὶ ἔβλεπες νὰ μετατρέπεται
διὰ τῶν βασανιστηρίων εἰς πολυάνδριον
μνῆμα ὁ χορὸς τῶν τέκνων σου,
σὺ δὲν ἐδάκρυσες.
|
20
Παρ’ ὅλον ὅτι ἔβλεπες τὶς σάρκες τῶν
τέκνων σου νὰ κατακαίωνται ἐπάνω εἰς τὶς
σάρκες τῶν ἄλλων τέκνων σου (ποὺ προηγήθησαν
εἰς τὸ μαρτύριον) καὶ ἐπάνω εἰς
τὰ χέρια ἄλλα χέρια νὰ ἀποκόπτωνται
καὶ ἐπάνω εἰς τὰ κεφάλια ἄλλα
κεφάλια νὰ σφάζωνται καὶ νὰ γδέρνωνται καὶ
ἐπάνω εἰς τοὺς νεκροὺς νὰ πίπτουν
ἄλλοι νεκροὶ παρ' ὅλον ὅτι ἔβλεπες
νὰ μετατρέπεται διὰ τῶν βασανιστηρίων εἰς
νεκροταφεῖον ἡ χορεία τῶν παιδιῶν
σου, ἐν τούτοις δὲν ἐδάκρυσες!
|
21
Οὐχ οὕτως σειρήνειοι μελῳδίαι,
οὐδὲ κύκνειοι πρὸς φιληκοΐαν φωναὶ
τοὺς ἀκούοντας ἐφέλκονται, ὡς
τέκνων φωναὶ μετὰ βασάνων μητέρα
φωνούντων. |
21
Αἱ μελωδίαι τῶν σειρήνων, τὰ
ᾄσματα τῶν κύκνων δὲν ἀσκοῦν
τόσην ἕλξιν εἰς τὴν ἀκοὴν
ἐκείνων, ποὺ τὰ ἀκούουν,
ὅσον αἱ φωναὶ τῶν παιδιῶν, τὰ
ὅποῖα ἐν τῷ μέσῳ τῶν
βασάνων των ἐπικαλοῦνται τὴν μητέρα!
|
21
Οὔτε οἱ μελωδίες τῶν σειρήνων οὔτε
τὰ ᾄσματα τῶν κύκνων προσελκύουν τόσον πολὺ
τὴν προσοχὴν ἐκείνων ποὺ ἀγαποῦν
νὰ τὰ ἀκούουν, ὅσον οἱ φωνὲς
τῶν παιδιῶν, τὰ ὁποῖα καθ' ὂν
χρόνον βασανίζονται ἐπικαλοῦνται τὴν βοήθειαν
τῶν μητέρων των! |
22
Πηλίκαις καὶ πόσαις τότε ἡ μήτηρ
τῶν υἱῶν βασανιζομένας τροχοῖς
τε καὶ καυτηρίοις ἐβασανίζετο βασάνοις;
|
22
Μὲ πόσον πολλὰ καὶ μεγάλα βασανιστήρια
ἐβασανίζετο τότε ἡ μητέρα, ὅταν
τὰ τέκνα της ὑπέφεραν ἐπάνω
εἰς τοὺς τροχοὺς καὶ τὰς ἐσχάρας!
|
22
Μὲ πόσον μεγάλα καὶ πόσον πολλὰ βασανιστήρια
ἐβασανίζετο τοτε ἡ μητέρα, καθὼς τὰ
παιδιά της ἐτυραννοῦντο ἐπάνω εἰς
τοὺς τροχοὺς καὶ τὶς πυρακτωμένες
ἐσχάρες! |
23
Ἀλλὰ τὰ σπλάγχνα αὐτῆς
ὁ εὐσεβὴς λογισμὸς ἐν αὐτοῖς
τοῖς πάθεσιν ἀνδρειώσας ἐπέτεινε
τὴν πρόσκαιρον φιλοτεκνίαν παριδεῖν.
|
23
Ἀλλ' ὁ εὐσεβὴς λογισμὸς ἀνδρειωθεὶς,
μέσα ἀκριβῶς εἰς τὰ βασανιστήρια
ἐδυνάμωσε τὴν καρδίαν της, ὥστε
νὰ παραβλέψη τὴν πρόσκαιρον πρὸς
τὰ τέκνα στοργήν.
|
23
Ἀλλ' ὁ εὐσεβὴς λογισμός, ἀφοῦ
ἐνεψύχωσε καὶ ἐγέμισε μὲ ἀνδρείαν
τὴν καρδίαν της μέσα εἰς αὐτὰ ταῦτα
τὰ φρικτὰ βασανιστήρια, αὔξησε ἀκόμη
περισσότερον τὴν δύναμίν της, ὥστε νὰ
παραβλέψῃ τὴν προσωρινὴν ἀγάπην πρὸς
τὰ παιδιά της. |
24
Καίπερ ἑπτὰ τέκνων ὁρῶσα
ἀπώλειαν καὶ τὴν τῶν στρεβλῶν
πολύπλοκον ποικιλίαν, ἁπάσας ἡ
γενναία μήτηρ ἐξέλυσε διὰ τὴν
πρὸς Θεὸν πίστιν. |
24
Ἂν καὶ εἶχε πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν
της τὴν ἀπώλειαν ἑπτὰ τέκνων
καὶ τὴν πολύπλοκον ποικιλίαν τῶν
βασανιστηρίων, ὅλα ἡ γενναῖα μήτηρ
τὰ ὑπερέβη χάρις εἰς τὴν
πίστιν τῆς πρὸς τὸν Θεόν.
|
24
Ἂν καὶ ὑπῆρξεν αὐτόπτης μάρτυς
τῆς ἀπωλείας ἑπτὰ παιδιῶν της
καὶ τῆς πολυτρόπου καὶ πολυμηχάνου ποικιλίας
τῶν φοβερῶν ἀκρωτηριασμῶν, ἐν
τούτοις ἡ εὐγενὴς μητέρα ὅλα αὐτὰ
τὰ ὑπερενίκησε χάρις εἰς τὴν πίστιν
της πρὸς τὸν Θεόν. |
25
καθάπερ γὰρ ἐν βουλευτηρίῳ τῇ
ἑαυτῆς ψυχῇ δεινοὺς ὁρῶσα
συμβούλους, φύσιν καὶ γένεσιν καὶ
φιλοτεκνίαν καὶ τέκνων στρέβλας,
|
25
Περικλείει ἡ μητέρα μέσα εἰς
τὴν ψυχήν της, ὡσὰν εἰς βουλευτήριον,
φοβεροὺς συμβούλους, τὴν φύσιν, τὴν
γέννησιν, τὴν στοργὴν πρὸς τὰ
τέκνα καὶ τῶν τέκνων τὰ βασανιστήρια.
|
25
Διότι ἡ μητέρα ὡσὰν νὰ ἔβλεπε
περικλειομένους μέσα εἰς τὸ βουλευτήριον τῆς
ψυχῆς τῆς ἰσχυροὺς συμβούλους,
τὴν φύσιν, τὴν γέννησιν, τὴν φιλοτεκνίαν,
τοὺς διαμελισμοὺς καὶ ἀκρωτηριασμοὺς
τῶν παιδιῶν της, |
26
δύο ψήφους κρατοῦσα μήτηρ, θανατηφόρον
τε καὶ σωτήριον, ὑπὲρ τέκνων
|
26
Καὶ κρατοῦσα δύο ψήφους, τὴν
ψῆφον τοῦ θανάτου καὶ τὴν ψῆφον
τῆς σωτηρίας,
|
26
κρατοῦσα δὲ δύο ψήφους διὰ τὰ παιδιά
της, τὴν ψῆφον ποὺ φέρει θάνατον καὶ
τὴν ψῆφον ποὺ φέρει σωτηρίαν,
|
27
οὐκ ἐπέγνω τὴν σῴζουσαν ἑπτὰ
υἱοὺς πρὸς ὀλίγον χρόνον
σωτηρίαν, |
27
δὲν ἔρριψε πρὸς χάριν τῶν τέκνων
της τὴν ψῆφον, ποὺ θὰ ἔσωζεν
ἐπ' ὀλίγον μόνον χρόνον τοὺς
ἑπτὰ υἱούς,
|
27
δὲν ἔκρινε νὰ ρίψῃ τὴν σωστικὴν
ψῆφον, ἡ ὁποία θὰ προσέφερεν εἰς
τοὺς ἑπτὰ υἱοὺς προσωρινὴν
σωτηρίαν· |
28
ἀλλὰ τῆς θεοσεβοῦς Ἁβραὰμ
καρτερίας ἡ θυγάτηρ ἐμνήσθη.
|
28
ἀλλ' ἔφερεν εἰς τὸν νοῦν της,
ἡ θυγάτηρ αὐτὴ τοῦ Ἀβραάμ,
τὴν εὐσεβῆ καρτερίαν τοῦ προπάτορος.
|
28
ἀλλ' ἡ θυγατέρα αὐτὴ τοῦ Ἀβραὰμ
ἐνεθυμήθη τὴν εὐσεβῆ, γενναίαν ὑπομονὴν
ἐκείνου. |
29
Ὦ μήτηρ ἔθνους, ἔκδικε τοῦ νόμου
καὶ ὑπερασπίστρια τῆς εὐσεβείας
καὶ τοῦ διὰ σπλάγχνων ἀγῶνος
ἀθλοφόρε· |
29
Ὦ μητέρα ὁλοκλήρου ἔθνους, ἐκδικήτρια
τοῦ Νόμου καὶ πρόμαχε τῆς εὐσεβείας,
ἀθλοφόρε εἰς τὸν ἀγῶνα
τῆς καρδίας!
|
29
Ὦ μητέρα τοῦ ἔθνους, ἐκδικήτρια
ὑπὲρ τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου καὶ
ὑπερασπίστρια τῆς πρὸς τὸν ζωντανὸν
Θεὸν ἀληθινῆς θρησκείας, νικήτρια εἰς
τὸν ἀγῶνα τῆς καρδίας!
|
30
ὦ ἀρρένων πρὸς καρτερίαν γενναιοτέρα
καὶ ἀνδρῶν πρὸς ὑπομονὴν
ἀνδρειοτέρα. |
30
Ὦ γενναιοτέρα, σὺ ὡς πρὸς τὴν,
καρτερίαν ἀπὸ τὸ ἄρρεν φῦλον,
ἀνδρειοτέρα ἀπὸ τοὺς ἄνδρας
ὡς πρὸς τὴν ὑπομονήν!
|
30
Ὦ σύ, ποὺ εἶσαι γενναιοτέρα ὡς πρὸς
τὴν σταθερότητα καὶ ἀποφασιστικότητα ἀπὸ
τοὺς ἄρρενες, καὶ ἀνδρειοτέρα ἀπὸ
τοὺς ἄνδρες ὡς πρὸς τὴν ὑπομονήν!
|
31
Καθάπερ γὰρ ἡ Νῶε κιβωτὸς ἐν
τῷ κοσμοπληθεῖ κατακλυσμῷ κοσμοφοροῦσα
καρτερῶς ὑπήνεγκε τοὺς κλύδωνας,
|
31
Ὅπως ἡ κιβωτὸς τοῦ Νῶε κατὰ
τὸν κατακλυσμόν, ποὺ κατέστρεψε τὸν
κόσμον, φέρουσα τὸν κόσμον, μέσα
της, ὑπέφερε ἀκλονήτως τὰ κύματα,
|
31
Διότι, ὅπως ἀκριβῶς ἡ κιβωτὸς
τοῦ Νῶε κατὰ τὸν παγκόσμιον κατακλυσμόν,
ἡ ὁποία ἔφερεν ἐντὸς αὐτῆς
τὸν κόσμον, ὑπέφερε χωρὶς ἀστάθειαν
καὶ κλονισμοὺς τὴν ὁρμὴν τῶν
κυμάτων, |
32
οὕτως σύ, ἡ νομοφύλαξ, πανταχόθεν
ἐν τῷ τῶν παθῶν περιαντλουμένη
κατακλυσμῷ καὶ καρτεροῖς ἀνέμοις,
ταῖς τῶν υἱῶν βασάνοις συνεχομένη
γενναίως ὑπέμεινας τοὺς ὑπὲρ
τῆς εὐσεβείας χειμῶνας. |
32
ἔτσι καὶ σύ, ἡ φρουρὸς τοῦ
Νόμου. Ἐνῷ ἀπὸ ὅλα τὰ
σημεῖα ἐδέχεσο κτυπήματα ἐξαντλητικὰ
ἐν τῷ μέσῳ τοῦ κατακλυσμοῦ
τῶν ὀδυνῶν, καὶ ἑνῷ ἐκτυπᾶσο
ἀκόμη ἀπὸ τὰ δεινὰ τῶν
τέκνων σου, ὡσὰν ἀπὸ ἰσχυροὺς
ἀνέμους, ὑπέμεινες μὲ γενναιότητα
τὴν τρικυμίαν χάριν τῆς εὐσεβείας.
|
32
κατὰ παρόμοιον τρόπον καὶ σύ, ἡ φρουρὸς
τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου· ἐνῷ ἐδέχεσο
ἀπὸ παντοῦ τὸν κατακλυσμὸν τῶν
δεινῶν συμφορῶν, καὶ ἐνῷ σὲ
ἐκτυποῦσαν οἱ βίαιοι ἄνεμοι, τὰ
βασανιστήρια τῶν υἱῶν σου, ὑπέφερες
γενναῖα τὶς φοβερὲς περιστάσεις καὶ
τρικυμίες, χάριν τῆς πρὸς τὸν Θεὸν
ἀληθινῆς θρησκείας. |