Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
ρεῖσσόν
ἐστι πτωχὸς πορευόμενος ἐν ἀπλότητι
αὐτοῦ ἢ στρεβλὸς τοῖς χείλεσιν
αὐτοῦ, καὶ αὐτὸς ἀνόητος.(Οἱ
δύο πρῶτοι στίοι (1, 2), ὑπάρχουν
εἰς τὸ εβραϊκὸν κείμενον, οἱ
ὁποῖοι ὑπὸ τοῦ Θεοδοτίωνος
ἔχουν μεταφρασθῆ εἰς τν ἐλληνικὴν
ὡ ἐξῆς:)
|
ἶναι
καλύτερος ὁ πτωχός, ποὺ ζῇ καὶ
συμπεριφέρεται μὲ ἁπλότητα καὶ
εὐθύτητα, παρὰ ὁ διεστραμμένος
καὶ δόλιος εἰς τὰ λόγια, ἔστω
καὶ ἂν εἶναι πλούσιος. Αὐτός,
εἰς τὴν πραγματικότητα, εἶναι ἀνόητοι.
|
αλύτερος
καὶ προτιμότερος εἶναι ὁ πτωχός, ποὺ
συμπεριφέρεται μὲ ἁπλότητα καὶ μὲ
εἰλικρίνειαν, παρὰ ὁ στρεβλὸς καὶ
δόλιος εἰς τὰ χείλη καὶ τοὺς λόγους
του, ὁ ὁποῖος μὲ τὰ ψεύδη κερδίζει
ἴσως πολλὰ καὶ θεωρεῖ τὸν ἑαυτόν
του ἔξυπνον, ἐνῷ εἰς τὴν πραγματικότητα
εἶναι ἀνόητος. |
2
Καί γε χωρὶς ἐπιστήμης ψυχὴ
οὐκ ἀγαθή· καὶ ὁ σπεύδων
τοῖς ποσὶν ἁμαρτάνει. |
2
Ψυχὴ χωρὶς γνῶσιν Θεοῦ καὶ μόρφωσιν
δὲν εἶναι ἀγαθή· καὶ ἐκεῖνος
ποὺ ἀκρίτως σπεύδει, χωρὶς δὲ
νὰ σκεφθῇ, ὁμιλεῖ καὶ πράττει,
ἀποτυγχάνει. |
2
Ψυχή, ἡ ὁποία στερεῖται τοῦ φωτισμοῦ
καὶ τῆς γνώσεως, τὰ ὁποῖα παρέχει
ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, δὲν εἶναι
καλὴ καὶ ἐνάρετος· καὶ ἐκεῖνος
ποὺ τρέχει καὶ ὁμιλεῖ καὶ ἐνεργεῖ
ἄνευ σκέψεως, ἀποτυγχάνει καὶ παρεκτρέπεται.
|
3
Ἀφροσύνη ἀνδρὸς λυμαίνεται τὰς
ὁδοὺς αὐτοῦ, τὸν δὲ Θεὸν
αἰτιᾶται τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ.
|
3
Ἡ ἀπερισκεψία τοῦ ἀνθρώπου
καταστρέφει τὰς πορείας τῆς ζωῆς
του. Αὐτὸς δὲ ἐσωτερικῶς κατηγορεῖ
τὸν Θεὸν ὡς αἴτιον τοῦ ὀλέθρου
του. |
3
Ἡ κακοκεφαλιὰ κάθε ἀνθρώπου γίνεται αἰτία
καταστροφῆς τῆς ζωῆς του, αὐτὸς
ὅμως ὡς ἀνόητος καὶ τυφλωμένος θεωρεῖ
ὡς αἴτιον τῶν δεινῶν του τὸν
Θεόν. |
4
Πλοῦτος προστίθησι φίλους πολλούς,
ὁ δὲ πτωχὸς καὶ ἀπὸ τοῦ
ὑπάρχοντος φίλου λείπεται.
|
4
Ὁ πλοῦτος προσθέτει πολλοὺς φίλους,
ἀνειλικρινεῖς κατὰ κανόνα καὶ
κόλακας, ὁ πτωχὸς ὅμως ἄνθρωπος
ἐγκαταλείπεται πολλάκις καὶ ἀπὸ
αὐτὸν τὸν ὑπάρχοντα μοναδικὸν
φίλον του. |
4
Ὁ πλοῦτος προσθέτει εἰς τὸν ἄνθρωπον
πολλοὺς φίλους, οἱ ὁποῖοι ἀποβλέπουν
εἰς συμφεροντολογικοὺς σκοπούς, ὅταν πλησιάζουν
τὸν πλούσιον, ἐνῷ ὁ πτωχὸς ἐγκαταλείπεται
καὶ ἀπὸ τὸν φίλον ποὺ ἔχει.
|
5
Μάρτυς ψευδὴς οὐκ ἀτιμώρητος
ἔσται, ὁ δὲ ἐγκαλῶν ἀδίκως
οὐ διαφεύξεται. |
5
Ὁ ψευδομάρτυς δὲν θὰ μείνῃ
ἀτιμώρητος, ἂν ὄχι παρὰ τῶν
ἀνθρώπων, ἀσφαλῶς ὅμως ἀπὸ
τὸν Θεόν. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος
ὁ ὁποῖος εἰσάγει εἰς δίκην
τὸν ἀθῷον, δὲν θὰ διαφύγῃ
τὴν παρὰ τοῦ Θεοῦ τιμωρίαν.
|
5
Ὁ ψευδομάρτυς δὲν θὰ μείνῃ ἀτιμώρητος,
καὶ ἐκεῖνος ποὺ καταγγέλλει καὶ
κατηγορεῖ ἀδίκως, δὲν θὰ ζεφύγῃ
τὴν τιμωρίαν τοῦ δικαίου Θεοῦ.
|
6
Πολλοὶ θεραπεύουσι πρόσωπα βασιλέων.
Πᾶς δὲ ὁ κακὸς γίνεται ὄνειδος
ἀνδρί. |
6
Πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι
ὑπηρετοῦν τοὺς βασιλεῖς, ἕνας
ὅμως κακὸς αὐλικὸς ὑπηρέτης
γίνεται αἰτία ἐξευτελισμοῦ τοῦ
βασιλέως.
|
6
Πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι
ὡς αὐλικοὶ ὑπηρετοῦν βασιλεῖς,
ὁ κακὸς ὅμως αὐλικὸς γίνεται
αἰτία ἐντροπῆς τοῦ βασιλέως ἢ
τοῦ ἄρχοντος, τὸν ὁποῖον ὑπηρετεῖ.
|
7
Πᾶς, ὃς ἀδελφὸν πτωχὸν μισεῖ,
καὶ φιλίας μακρὰν ἔσται. Ἔννοια
ἀγαθὴ τοῖς εἰδόσιν αὐτὴν
ἐγγιεῖ, ἀνὴρ δὲ φρόνιμος
εὑρήσει αὐτήν, ὁ πολλὰ
κακοποιῶν τελεσιουργεῖ κακία, ὃς δὲ
ἐρεθίζει λόγους οὐ σωθήσεται.
|
7
Ἐκεῖνος ποὺ μισεῖ τὸν πτωχὸν
ἀδελφόν του, θὰ εἶναι μακρὰν
καὶ θὰ στερηθῇ ἀπὸ κάθε
φιλίαν, δηλαδὴ ὁ κακὸς ἀδελφὸς
εἶναι ἀπαράδεκτος εἰς τοὺς ἄλλους
ὡς φίλος. Ἡ καλὴ καὶ συνετὴ
γνῶσις θὰ πλησίασῃ ἐκείνους,
οἱ ὁποῖοι γνωρίζουν τὴν ἀξίαν
της καὶ τὴν ἐπιζητοῦν. Κάθε
δὲ συνετὸς καὶ φρόνιμος ἀνὴρ
θὰ τὴν ἀναζητήσῃ καὶ θὰ
τὴν εὕρῃ. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος
συνεχῶς διαπράττει πολλὰ κακά, καὶ
ἔχει συνηθίσει καὶ προχωρεῖ μέχρι
τέλους εἰς τὴν διάπραξιν τοῦ
κακοῦ, ὅπως καὶ αὐτὸς ποὺ
μὲ τὰ λόγια του ἐξερεθίζει εἰς
φιλονεικίας καὶ μάχας τοὺς ἄλλους,
ἐν τέλει δὲν θὰ κατορθώσουν
νὰ διασωθοῦν.
|
7
Καθένας, ὁ ὁποῖος μισεῖ καὶ
ἀποστρέφεται τὸν πτωχὸν ἀδελφόν του,
θὰ εὑρίσκεται μακριὰ καὶ ἀπὸ
τὴν γνησίαν φιλίαν. Ὁ κακὸς ἀδελφὸς
δηλαδὴ δὲν ἠμπορεῖ νὰ εἶναι
καλὸς φίλος. Ἡ καλὴ καὶ ἀγαθὴ
σκέψις θὰ πλησιάσῃ ἐκείνους, ποὺ ἐνδιαφέρονται
δι’ αὐτὴν ὁ φρόνιμος δὲ καὶ
συνετὸς ἄνθρωπος, ποὺ ἀναζητεῖ
μὲ πόθον τὴν σύνεσιν καὶ τὴν γνῶσιν
αὐτήν, θὰ τὴν εὕρῃ ὁπωσδήποτε.
Ὅποιος κάμνει πολλὰ κακά, θὰ καταλήξῃ
νὰ ἐργάζεται τὴν ἁμαρτίαν ὡς
τελεσιουργίαν ἀρετῆς, ἐκεῖνος δὲ
ποὺ ἐρεθίζει μὲ λόγια εἰρωνικά, ἐμπαικτικὰ
καὶ συκοφαντικὰ τοὺς ἄλλους, δὲν
θὰ σωθῇ. |
8
Ὁ κτώμενος φρόνησιν ἀγαπᾷ ἐαυτός
ὃς δὲ φυλάσσει φρόνησιν, εὑρήσει
ἀγαθά.
|
8
Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος συνεχῶς
προσπαθεῖ νὰ ἀποκτᾷ σοφίαν καὶ
σύνεσιν, αὐτὸς πράγματι ἀγαπᾷ
τὸν ἑαυτόν του. Ἐκεῖνος δὲ
ὁ ὁποῖος διαφυλάττει καὶ τηρεῖ
τὴν φρόνησιν, θὰ εὕρῃ ἀσφαλῶς
ἀγαθά, ὑλικὰ καὶ πνευματικά.
|
8
Ὅποιος ἀπέκτησε τὴν σύνεσιν καὶ φρόνησιν,
ἀγαπᾷ τὸν ἑαυτόν του· ἐκεῖνος
δέ, ποὺ τὴν διατηρεῖ καὶ τὴν
φυλάττει, θὰ ἀπολαύσῃ πολλὰ ἀγαθὰ
καὶ θὰ ἀποδειχθῇ ἄξιος μεγαλυτέρων
τιμῶν. |
9
Μάρτυς ψευδὴς οὐκ ἀτιμώρητος
ἔσται, ὃς δ' ἂν ἐκκαύσῃ
κακίαν, ἀπολεῖται ὑπ' αὐτῆς.
|
9
Κανεὶς ψευδομάρτυς δὲν θὰ μείνῃ
ἀτιμώρητος, ἂν ὄχι ἀπὸ
τοὺς ἀνθρώπους βεβαίως ὅμως
ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἐκεῖνος
δὲ ὁ ὁποῖος ἀνάπτει πυρκαϊὰς
κακίας, θὰ ἐξολοθρευθῇ ἀπὸ
αὐτὴν ταύτην τὴν κακίαν.
|
9
Ὁ ψευδομάρτυς δὲν θὰ μείνῃ ἀτιμώρητος·
ἐκεῖνος δέ, ὁ ὁποῖος διὰ
τῆς ψευδομαρτυρίας του θὰ ἀνάψη φωτιὰ
κακίας διὰ νὰ κάψῃ τοὺς ἄλλους,
θὰ καῇ ὁ ἴδιος ἀπὸ αὐτήν.
|
10
Οὐ συμφέρει ἄφρονι τρυφή, καὶ
ἐὰν οἰκέτης ἄρξηται μεθ' ὕβρεως
δυναστεύειν. |
10
Εἰς τὸν ἄμυαλον καὶ ἀσύνετον
δὲν συμφέρει ἡ τρυφηλὴ ζωὴ καὶ
τὰ ἄφθονα ὑλικά. Ὅπως ἐπίσης
ἐὰν ἕνας δοῦλος ἀνέλθῃ
εἰς τὰ ἀνώτατα ἀξιώματα,
θὰ κυβερνᾷ μὲ ἀλαζονείαν καὶ
ἔπαρσιν, πρᾶγμα τὸ ὁποῖον δὲν
συμφέρει οὔτε αὐτὸν οὔτε τοὺς
ἄλλους.
|
10
Εἰς ἐκεῖνον, ποὺ δὲν ἔχει
φρόνησιν καὶ ἀρετήν, δὲν συμφέρει νὰ
ἔχῃ ἄφθονα τὰ μέσα τῆς καλοπεράσεως,
ὅπως ἐπίσης δὲν συμφέρει οὐδὲ
ἀποβαίνει ὠφέλιμον καὶ εἰς δοῦλον
νὰ ἀνυψωθῇ ἀποτόμως εἰς ἀξίωμα
καὶ νὰ διοικῇ μὲ ἀλαζονείαν
καὶ τυραννικῶς. |
11
Ἐλεήμων ἀνὴρ μακροθυμεῖ, τὸ
δὲ καύχημα αὐτοῦ ἐπέρχεται
παρανόμοις. |
11
Ὁ ἐλεήμων καὶ γεμᾶτος καλωσύνην
ἀνὴρ εἶναι ὑπομονητικὸς καὶ
πρᾷος, ἔστω καὶ ἂν συναντᾷ τὴν
ἀχαριστίαν. Ὁπωσδήποτε ὅμως
ὁ ἔπαινος καὶ ἡ δόξα του διὰ
τὰς καλωσύνας του θὰ πέσῃ ἐπάνω
εἰς τοὺς παρανόμους καὶ θὰ τοὺς
ἀποστομώσῃ.
|
11
Ὁ ἐλεήμων ἄνθρωπος δὲν ἀπογοητεύεται
ἀπὸ τὰς ἐναντίον του ἐπικρίσεις,
ὅτι ἐλεεῖ τάχα συμφεροντολογικῶς,
οὔτε καὶ ἀπὸ τὴν ἀχαριστίαν
τῶν ἀνθρώπων, τοὺς ὁποίους εὐηργέτησεν,
Ἀλλὰ μακροθυμεῖ καὶ ὑπομένει.
Γρήγορα ὅμως ὁ δίκαιος ἔπαινος διὰ
τὰς ἐλεημοσύνας του θὰ ἐπιπέσῃ
κατὰ τῶν παρανόμων κατηγόρων του καὶ θὰ
βουλλώσῃ τὰ στόματά των.
|
12
Βασιλέως ἀπειλὴ ὁμοία βρυγμῷ
λέοντος, ὥσπερ δὲ δρόσος ἐπὶ
χόρτῳ, οὕτως τὸ ἱλαρὸν
αὐτοῦ. |
12
Ἡ ἀπειλὴ τοῦ βασιλέως εἶναι
ὁμοία μὲ τὸν βρυχηθμὸν τοῦ
λέοντος, ἐξ ἀντιθέτου δὲ ἡ
ἱλαρότης καὶ ἡ καλωσύνη τοῦ
προσώπου του ὁμοιάζει μὲ τὴν
δρόσον, ἡ ὁποία σταλάζει ζωογόνος
εἰς τὸ χορτάρι.
|
12
Ἡ ἀπειλὴ καὶ τὸ φοβέρισμα τοῦ
βασιλέως ὁμοιάζουν μὲ βρυχηθμὸν λιονταριοῦ,
τὸ ὁποῖον φοβοῦνται καὶ τρέμουν
ὅλα τὰ ζῶα. Ὅπως δὲ ἡ
δροσιὰ ζωογονεῖ τὸ χορτάρι, ἔτσι καὶ
ἡ καλωσύνη, ἡ προσήνεια καὶ ἡ γλυκύτης
τοῦ βασιλέως εὐχαριστεῖ τοὺς αὐλικοὺς
καὶ τοὺς ὑπηκόους του.
|
13
Αἰσχύνη πατρὶ υἱὸς ἄφρων·
οὐχ ἁγναὶ εὐχαὶ ἀπὸ
μισθώματος ἑταίρας. |
13
Ὁ ἄμυαλος καὶ ἀσύνετος υἱὸς
εἶναι ἐντροπὴ διὰ τὸν πατέρα.
Τάματα προερχόμενα ἀπὸ χρήματα
πωλουμένης πόρνης δὲν εἶναι καθαρὰ
καὶ εὐπρόσδεκτα ἐνώπιον τοῦ
Κυρίου.
|
13
Εἶναι ἐντροπὴ καὶ καταισχύνῃ
δι’ ἕνα πατέρα ὁ ἀνόητος καὶ ἄμυαλος
υἱός. Δὲν εἶναι καθαρὰ καὶ ἁγνὰ
τὰ ταξίματα καὶ τὰ πρὸς Θεὸν
δῶρα, ποὺ προσφέρει εἰς αὐτὸν
μία γυναῖκα κακῆς διαγωγῆς, καὶ τὰ
ὁποῖα προέρχονται ἀπὸ τὰ χρήματα
τῆς σωματεμπορίας καὶ τοῦ φαύλου βίου της.
|
14
Οἶκον καὶ ὕπαρξιν μερίζουσι πατέρες
παισί, παρὰ δὲ Κυρίου ἀρμόζεται
γυνὴ ἀνδρί. |
14
Οἱ μὲν γονεῖς διαμοιράζουν εἰς
τὰ παιδιά των τὰ σπίτια καὶ
τὴν ἄλλην περιουσίαν· ἐκ μέρους
ὅμως τοῦ Κυρίου ταιριάζεται ἡ
καλὴ γυναῖκα πρὸς τὸν ἄνδρα,
ὡς ἀνεκτίμητος δι' αὐτὸν περιουσία.
|
14
Οἱ γονεῖς μοιράζουν εἰς τὰ παιδιά
των τὸ σπίτι καὶ τὴν περιουσίαν των, δὲν
δίδεται ὅμως καὶ ἡ ταιριαστὴ γυναῖκα
εἰς τὸν ἄνδρα ἀπὸ αὐτούς,
ἀλλ' ἀπὸ τὸν Θεόν.
|
15
Δειλία κατέχει ἀνδρόγυνον, ψυχὴ
δὲ ἀέργου πεινάσει. |
15
Δειλία καταλαμβάνει τὸν θηλυπρεπῆ
καὶ μαλθακόν, ὁ δὲ ὀκνηρός,
ποὺ ἀποφεύγει τὴν ἐργασίαν,
θὰ πεινάσῃ.
|
15
Δειλία καὶ φόβος κυριεύει τὸν θηλυπρεπῆ
καὶ μαλθακὸν ἄνθρωπον, ὅταν τοῦ
παρουσιάζεται ἐργασία, ὁ ὀκνηρὸς δὲ
θὰ πεινάσῃ, διότι φοβεῖται καὶ ἀποφεύγει
τὸν κόπον τῆς δουλείας. |
16
Ὃς φυλάσσει ἐντολήν, τηρεῖ τὴν
ἑαυτοῦ ψυχήν, ὁ δὲ καταφρονῶν
τῶν ἑαυτοῦ ὁδῶν ἀπολεῖται.
|
16
Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος φυλάττει
τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ, διατηρεῖ
ἐπὶ μακρὸν τὴν ζωήν του καὶ
προφυλάσσει τὴν ψυχήν του. Ἐκεῖνος
ὅμως ποὺ ἀδιαφορεῖ διὰ τὴν
διαγωγήν του καὶ τὸν τρόπον τῆς
ζωῆς του, θὰ ἐξολοθρευθῇ.
|
16
Ὅποιος φυλάσσει τὰς θείας ἐντολάς, προφυλάσσει
τὴν ζωὴν καὶ τὴν ψυχήν του,
ἐνῷ ἐκεῖνος ποὺ ἀδιαφορεῖ
διὰ τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ
καὶ τὰς περιφρονεῖ, θὰ ὁδηγηθῇ
εἰς θάνατον πνευματικὸν καὶ ἀπώλειαν
|
17
Δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν,
κατὰ δὲ τὸ δόμα αὐτοῦ
ἀνταποδώσει αὐτῷ. |
17
Ὅποιος ἐλεεῖ τὸν πτωχὸν δανείζει
τὸν Θεόν. Ἀνάλογα δὲ μὲ
τὴν ἐλεημοσύνην του θὰ λάβῃ
καὶ ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ τὴν
ἀνταπόδοσιν.
|
17
Δανείζει τὸν Θεόν, ὅποιος ἐλεεῖ τὸν
πτωχὸν ἀδελφόν του· ἀνάλογα δὲ
μὲ τὸ ποσὸν ποὺ δίδει καὶ μὲ
τὴν διάθεσιν, ποὺ προσφέρει τὴν ἐλεημοσύνην,
θὰ τὸν ἀνταμείψῃ ὁ Θεός.
|
18
Παίδευε υἱόν σου, οὕτως γὰρ
ἔσται εὔελπις, εἰς δὲ ὕβριν
μὴ ἐπαίρου τῇ ψυχῇ σου.
|
18
Παιδαγώγει καὶ μόρφωνε τὸ παιδί
σου μὲ σύνεσιν, μὲ στοργὴν καί
μὲ αὐστηρότητα. Διότι ἔτσι θὰ
ὑπάρξουν πολλαὶ καλαὶ ἐλπίδες
προόδου καὶ ἐπιτυχίας του εἰς
τὴν ζωήν. Προτίμα τὴν κατὰ Θεὸν
μόρφωσιν τοῦ παιδιοῦ σου, καὶ μὴ
ἀλαζονεύεσαι δι' αὐτὸν ἢ διὰ
τὴν περιουσίαν, τὴν ὁποίαν τυχὸν
θὰ τοῦ ἀφήσῃς.
|
18
Παιδαγώγησε τὸ παιδί σου μὲ αὐστηρότητα,
διότι ἔτσι αἱ ἐλπίδες, ποὺ τρέφεις
δι αὐτό, θὰ εἶναι πολλὲς καὶ
καλαί. Κατὰ τὴν ὥραν δὲ τοῦ
θυμοῦ σου, ἐξ αἰτίας κάποιας παρεκτροπῆς
του, πρόσεξε νὰ μὴ ὑπερβαίνῃς
τὰ ὅρια τῆς δικαίας τιμωρίας καὶ νὰ
μὴ κάμνῃς ὑπερβολάς, αἱ ὁποῖαι
ἀντὶ νὰ ὠφελήσουν θὰ φέρουν
τὸ ἀντίθετον ἀποτέλεσμα.
|
19
Κακόφρων ἀνὴρ πολλὰ ζημιωθήσεται·
ἐὰν δὲ λοιμεύηται, καὶ τὴν
ψυχὴν αὐτοῦ προσθήσει.
|
19
Ὁ κακόμυαλος ἄνθρωπος θὰ ὑποστῇ
πολλὰς τιμωρίας. Ἐὰν δέ, σὰν
ἄλλη καταστρεπτικὴ ἐπιδημία, σκορπίζῃ
τὸ κακὸν καὶ τὴν συμφοράν, θὰ
διακινδυνεύσῃ νὰ χάσῃ καὶ
αὐτὴν τὴν ζωήν του.
|
19
Ὁ κακοκέφαλος καὶ ὑπὸ κακῶν
σκέψεων κυριαρχούμενος ἄνθρωπος θὰ πάθη πολλὰ
κακά. Ἐὰν δὲ βλάπτῃ καὶ κακοποιῇ
καὶ τοὺς ἄλλους, τότε κινδυνεύει νὰ
χάσῃ καὶ τὴν ζωήν του.
|
20
Ἄκουε, υἱέ, παιδείαν πατρός
σου ἵνα σοφὸς γένῃ ἐπ' ἐσχάτων
σου; |
20
Ἄκουε, παιδί μου, καὶ συμμορφώσου
πρὸς τὴν παιδαγωγίαν τοῦ πατρός
σου, διὰ νὰ γίνῃς καὶ νὰ
μείνῃς σοφὸς μέχρι τῶν γηρατείων
σου. |
20
Πρόσεχε, παιδί μου, τὴν παιδαγωγίαν καὶ τὰς
συμβουλάς, ποὺ σοῦ δίδει ὁ πατέρας σου,
διὰ νὰ γίνῃς σοφὸς καὶ πολύπειρος
μέχρι τῶν τελευταίων χρόνων τῆς ζωῆς σου,
δηλαδὴ ἕως ὅτου πεθάνῃς.
|
21
Πολλοὶ λογισμοὶ ἐν καρδίᾳ ἀνδρὸς
ἡ δὲ βουλὴ τοῦ Κυρίου εἰς
τὸν αἰῶνα μένει. |
21
Πολλοὶ καὶ διάφοροι καὶ παροδικοὶ
λογισμοὶ καὶ σχέδια πλημμυρίζουν τὴν
καρδίαν τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλὰ
ἡ βουλὴ τοῦ Κυρίου μένει πάντοτε
ἡ ἰδία, ἀγαθὴ καὶ ὠφέλιμος.
|
21
Πολλαὶ σκέψεις καὶ σχέδια ἔρχονται εἰς
τὸν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου καὶ μένουν
ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀπραγματοποίητα,
τὸ θέλημα ὅμως τοῦ Θεοῦ μένει ἀπρόσβλητον
καὶ ἀδιάσειστον εἰς τὸν αἰῶνα
καὶ πάντοτε γίνεται ὅ,τι Αὐτὸς θέλει.
|
22
Καρπὸς ἀνδρὶ ἐλεημοσύνη, κρείσσων
δὲ πτωχὸς δίκαιος ἢ πλούσιος
ψεύστης. |
22
Εἰς κάθε ἄνθρωπον ἡ ἐλεημοσύνη
εἶναι καρπὸς ὠφέλιμος δι' αὐτὸν
τὸν ἴδιον. Προτιμότερος καὶ καλύτερος
εἶναι ὁ δίκαιος πτωχὸς ἀπὸ
τὸν ψεύστην πλούσιον. |
22
Ἡ ἐλεημοσύνη διὰ τὸν ἄνθρωπον
εἶναι κέρδος, ποὺ δὲν χάνεταιί ποτέ.
Εἶναι δὲ ἀνώτερος ὁ δίκαιος καὶ
τίμιος πτωχός, παρὰ ὁ ψεύστης καὶ ἀπατεὼν
πλούσιος. |
23
Φόβος Κυρίου εἰς ζωὴν ἀνδρί,
ὁ δὲ φόβος αὐλισθήσεται ἐν
τόποις, οὖ οὐκ ἐπισκοπεῖται
γνῶσις. |
23
Ὁ φόβος καὶ ἡ εὐλάβεια
πρὸς τὸν Κύριον ὁδηγεῖ τὸν
ἄνθρωπον εἰς τὴν ἀληθινὴν καὶ
μακαρίαν ζωήν. Ἐκεῖνος ὅμως
ποὺ δὲν φοβεῖται τὸν Θεόν, θὰ
κατοικήσῃ εἰς τόπους, ὅπου δὲν
ὑπάρχει ἡ ἀληθινὴ γνῶσις
ἀλλ' ἐπικρατεῖ τὸ σκότος τῆς
πλάνης. |
23
Ὁ φόβος τοῦ Κυρίου ὁδηγεῖ τὸν
ἄνθρωπον εἰς ζωὴν ἁγίαν καὶ
αἰώνιον, ὁ δὲ ἀθεόφοβος θὰ
κατοικήσῃ εἰς τόπους, ὅπου δὲν ὑπάρχει
καθοδήγησις ἀπὸ τὴν ἀληθῆ γνῶσιν,
ἀλλὰ κυριαρχεῖ ἡ πλάνη καὶ ἡ
σύγχυσις. |
24
Ὁ ἐγκρύπτων εἰς τὸν κόλπον
αὐτοῦ χεῖρας ἀδίκως, οὐδὲ
τῷ στόματι οὐ μὴ προσαγάγῃ
αὐτάς. |
24
Ὁ ὀκνηρός, ποὺ κρύβει καὶ
σταυρώνει τὰ χέρια του εἰς τὸ
στῆθος του ἀπὸ τεμπελιά, μὲ
αὐτὰ τὰ χέρια του δὲν θὰ
προσφέρῃ τροφὴν εἰς τὸ στόμα
του. |
24
Ἐκεῖνος ποὺ κρύπτει τὰ χέρια του εἰς
τοὺς κόλπους του ἀπὸ τεμπελιὰ καὶ
χωρὶς δικαιολογημένην αἰτίαν, δὲν
θὰ τὰ πλησιάσῃ μὲ τροφὴν οὔτε
εἰς τὸ στόμα του. |
25
Λοιμοῦ μαστιγουμένου, ἄφρων πανουργότερος
γίνεται· ἐὰν δὲ ἐλέγχῃς
ἄνδρα φρόνιμον, νοήσει αἴσθησιν.
|
25
Ὅταν ὁ διεφθαρμένος καὶ ἐπιβλαβὴς
εἰς τὴν κοινωνίαν ἄνθρωπος τιμωρῆται
μὲ μαστίγια, καὶ αὐτὸς ἀκόμη
ὁ ἀσύνετος βλέπων τὴν τιμωρίαν
γίνεται προσεκτικός. Ἐὰν ἐλέγχῃς
ἄνδρα συνετόν, θὰ ἀντιληφθῇ
τὸ σφάλμα του καὶ θὰ διορθωθῇ.
|
25
Ὅταν τιμωρῆται ὁ κακοποιὸς καὶ
ἐπιβλαβὴς εἰς τὴν κοινωνίαν ἄνθρωπος,
τότε, ὅποιος παρεκτρέπεται ἀπὸ ἐπιπολαιότητα,
γίνεται προσεκτικώτερος καὶ περισσότερον συνεσταλμένος.
Ἐὰν δὲ ἐλέγχῃς τὸν φρόνιμον
ἄνθρωπον, θὰ ἀντιληφθῇ τὸ σφάλμα
του καὶ θὰ διορθωθῇ. |
26
Ὁ ἀτιμάζων πατέρα καὶ ἀπωθούμενος
μητέρα αὐτοῦ καταισχυνθήσεται καὶ
ἐπονείδιστος ἔσται. |
26
Ἐκεῖνος ποὺ ἐξευτελίζει καὶ
ὑβρίζει τὸν πατέρα του, ὅπως
καὶ αὐτὸς ποὺ σπρώχνει μὲ
ἀναίδειαν καὶ ἀσέβειαν τὴν
μητέρα του, θὰ κατεντροπιασθῇ καὶ
θὰ γίνῃ ἐπονείδιστος ἐν
μέσῳ τῆς κοινωνίας.
|
26
Ἐκεῖνος ποὺ ἀτιμάζει καὶ ὑβρίζει
τὸν πατέρα του καὶ μὲ ἀσέβειαν περιφρονεῖ
καὶ σπρώχνει τὴν μητέρα του, αὐτὸς
θὰ κατεντροπιασθῇ καὶ θὰ ἐκτεθῇ
εἰς τὴν γενικὴν κατακραυγὴν τῆς
κοινωνίας. |
27
Υἱὸς ἀπολειπόμενος φυλάξαι παιδείαν
πατρὸς μελετήσει ρήσεις κακάς.
|
27
Παιδί, ποὺ θὰ καταφρονήσῃ καὶ
θὰ παραμελήσῃ τὴν πατρικὴν παιδαγωγίαν,
αὐτὸ θὰ στρέψῃ τὴν προσοχὴν
καὶ τὸ ἐνδιαφέρον του εἰς τὰς
πονηρὰς εἰσηγήσεις καὶ προτροπὰς
κακῶν ἀνθρώπων.
|
27
Τὸ παιδί, ποὺ δὲν ἀκολουθεῖ
καὶ δὲν συμμορφώνεται πρὸς τὴν πατρικὴν
παιδαγωγίαν, ἀλλὰ τὴν ἐγκαταλείπει
καὶ τὴν περιφρονεῖ, εἶναι ἑπόμενον
νὰ προσέξῃ τὴν κακὴν διδασκαλίαν τῶν
πονηρῶν καὶ διεφθαρμένων ἀνθρώπων.
|
28
Ὁ ἐγγυώμενος παῖδα ἄφρονα κοθυβρίσει
δικαίωμα, στόμα δὲ ἀσεβῶν καταπίεται
κρίσεις. |
28
Ὁ γονεύς, ὁ ὁποῖος δίδει
ἐγγύησιν διὰ τὸ παιδί του τὸ
ἄμυαλο καὶ ἀσύνετον, κατεξευτελίζει
καὶ προσβάλλει τὸ δικαίωμα καὶ
τὴν θέσιν του ὡς πατρός. Τὰ
στόματα τῶν ἀσεβῶν καταπίνουν
τοὺς νόμους τῆς δικαιοσύνης·
δηλαδὴ καταπατοῦν τοὺς νόμους, παραβαίνουν
τὸν λόγον, ποὺ ἔδωσαν.
|
28
Ὁ πατέρας, ὁ ὁποῖος ἐγγυᾶται
διὰ τὸν ἀνόητον υἱόν του, θὰ
ὑβρίσῃ καὶ θὰ ἐξευτελίσῃ
τὸ πατρικὸν ἀξίωμά του ἕνεκα τῆς
ἀσυνεπείας τοῦ παιδίου του. Οἱ ἀσεβεῖς
δὲ καὶ ξένοι πρὸς τὴν τιμιότητα καὶ
εἰλικρίνειαν ἄνθρωποι καταπατοῦν τοὺς
νόμους τῆς θείας δικαιοσύνης καὶ ἀθετοῦν
τὰς ὑποχρεώσεις των ἔναντι τοῦ Θεοῦ
καὶ τῶν συνανθρώπων των μὲ τόσην εὐκολίαν,
μὲ ὅσην καταπίνει κανεὶς τὸ σάλιο
του. |
29
Ἑτοιμάζονται ἀκολάστοις μάστιγες,
καὶ τιμωρίαι ὁμοίως ἄφροσιν.
|
29
Ποιναὶ βαρεῖαι ἑτοιμάζονται διὰ
τοὺς διεφθαρμένους καὶ ἀνήθικους,
ὅπως ἐπίσης τιμωρίαι ἐπιφυλάσσονται
καὶ διὰ τοὺς ἄφρονας, ποὺ παρεκτρέπονται.
|
29
Διὰ τοὺς ἀκολάστους καὶ ἀνηθίκους
ἑτοιμάζονται πολλαὶ μάστιγες· ὁμοίως
δὲ πολλαὶ τιμωρίαι ἐπιφυλάσσονται καὶ
διὰ τοὺς ἄφρονας, τοὺς παρεκτρεπομένους
μὲ ἀναισχυντίαν. |