Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
αὶ
Τωβὶτ ἔγραψε προσευχὴν εἰς ἀγαλλίασιν
καὶ εἶπεν· <Εὐλογητὸς ὁ
Θεός ὁ ζῶν εἰς τοὺς αἰῶνας
καὶ βασιλεία αὐτοῦ,
|
Τωβίτ,
ἔγραψε προσευχὴν εἰς ἔκφρασιν τῆς
ἀγαλλιάσεώς του καὶ εἶπεν·
<δοξασμένος καὶ εὐλογημένος εἰς
τοὺς αἰῶνας ἂς εἶναι ὁ
ζῶν Θεὸς καὶ δοξασμένη ἡ βασιλεία
του.
|
γραψε
δὲ ὁ Τωβὶτ μίαν προσευχήν, διὰ νὰ
ἐκφράσῃ τὴν ἀγαλλίασιν τῆς
ψυχῆς του, καὶ μὲ αὐτὴν εἶπε
πρὸς τὸν Θεόν: <Ἂς εἶναι εὐλογημένος
καὶ δοξασμένος ὁ Θεός, ποὺ ζῇ αἰωνίως,
καὶ δοξασμένη ἂς εἶναι καὶ ἡ
βασιλεία Του. |
2
ὅτι αὐτὸς μαστιγοῖ καὶ ἐλεεῖ,
κατάγει εἰς ᾅδην καὶ ἀνάγει,
καὶ οὐκ ἔστιν ὃς ἐκφεύξεται
τὴν χεῖρα αὐτοῦ.
|
2
Διότι αὐτὸς μαστιγώνει ἀλλὰ
καὶ ἐλεεῖ, ὁδηγεῖ μέχρι
εἰς τὸν ᾅδην, ἀλλὰ
καὶ ἐπαναφέρει ἀπὸ
αὐτόν. Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος,
ὁ ὁποῖος εἶναι δυνατὸν νὰ
διαφύγῃ τὸ παντοδύναμον χέρι
του.
|
2
Εἶναι δίκαιον νὰ δοξάζεται ὁ Κύριος, διότι
Αὐτὸς τιμωρεῖ μέν, ἀλλὰ καὶ
εὐσπλαγχνίζεται· ὁδηγεῖ τὸν
ἄνθρωπον ἕως τὰ βάθη τοῦ Ἅδου,
ἀλλὰ τὸν ἀνυψώνει καὶ πάλιν
εἰς τὴν ζωήν. Κανεὶς ἄνθρωπος δὲν
εἶναι δυνατὸν νὰ ξεφύγῃ ἀπὸ
τὸ παντοδύναμον χέρι Του. |
3
Ἐξομολογεῖσθε αὐτῷ οἱ υἱοὶ
Ἰσραὴλ ἐνώπιον τῶν ἐθνῶν,
ὅτι αὐτὸς διέσπειρεν ἡμᾶς
ἐν αὐτοῖς·
|
3
Σεῖς οἱ Ἰσραηλῖται δοξολογήσατε
καὶ εὐχαριστήσατε αὐτὸν ἐνώπιον
τῶν ἐθνῶν, διότι αὐτὸς
μᾶς διεσκόρπισεν ἀνὰ μέσον αὐτῶν.
|
3
Νὰ δοξολογῆτε τὸν Κύριον σεῖς οἱ
Ἰσραηλῖται ἐνώπιον τῶν ἐθνῶν,
διότι Αὐτὸς μᾶς διεσκόρπισεν ἀνάμεσά
των ὡς μάρτυράς Του. |
4
ἐκεῖ ὑποδείξατε τὴν μεγαλωσύνην
αὐτοῦ, ὑψοῦτε αὐτὸν ἐνώπιον
παντὸς ζῶντος, καθότι αὐτὸς
Κύριος ἡμῶν καὶ Θεός, αὐτὸς
πατὴρ ἡμῶν εἰς πάντας τοὺς
αἰῶνας. |
4
Ἐκεῖ δὲ μεταξὺ τῶν εἰδωλολατρικῶν
ἐθνῶν γενῆτε κήρυκες τοῦ μεγαλείου
τοῦ Θεοῦ μας,
καὶ ὑψώσατε αὐτὸν ἐνώπιον
παντὸς ἀνθρώπου, διότι αὐτὸς
εἶναι ὁ Κύριος μας καὶ Θεός
μας. Αὐτὸς εἶναι ὁ πατὴρ μας
εἰς ὅλους τοὺς αἰῶνας.
|
4
Ἐκεῖ, μέσα εἰς τοὺς λαούς, ὅπου
ζῆτε, νὰ διακηρύσσετε τὴν μεγαλωσύνην Του.
Νὰ Τὸν μεγαλύνετε ἐνώπιον κάθε ἀνθρώπου,
διότι Αὐτὸς εἶναι ὁ Κύριος καὶ
Θεός μας. Αὐτὸς εἶναι ὁ πατέρας
μας εἰς ὅλους τοὺς αἰῶνας.
|
5
Καὶ μαστιγώσει ἡμᾶς ἐν ταῖς
ἀδικίαις ἡμῶν καὶ πάλιν
ἐλεήσει καὶ συνάξει ἡμᾶς
ἐκ πάντων τῶν ἐθνῶν, οὗ
ἐὰν σκορπισθῆτε ἐν αὐτοῖς.
|
5
Αὐτὸς θὰ μᾶς μαστιγώσῃ
διὰ τὰς ἁμαρτίας
μας, ἀλλὰ καὶ
πάλιν θὰ μᾶς ἐλεήσῃ καὶ
θὰ μᾶς συγκεντρώσῃ ἀπὸ
ὅλα τὰ ἔθνη, ὅπου ἔχομεν διασκορπισθῆ
ἐν μέσῳ αὐτῶν.
|
5
Θὰ μᾶς τιμωρήσῃ βεβαίως ὡς Κύριος
διὰ τὰς παρανομίας μας, ἀλλὰ θὰ
μᾶς εὐσπλαγχνισθῇ καὶ πάλιν καὶ
θὰ μᾶς συνάξῃ ἀπὸ ὅλα
τὰ ἔθνη, ὁπουδήποτε καὶ ἂν διασκορπισθῇ
τὸ γένος μας μεταξὺ τῶν ἐθνῶν
τῆς γῆς. |
6
Ἐὰν ἐπιστρέψητε πρὸς αὐτὸν
ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ ὑμῶν
καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ ὑμῶν
ποιῆσαι ἐνώπιον αὐτοῦ ἀλήθειαν,
τότε ἐπιστρέψει πρὸς ὑμᾶς
καὶ οὐ μὴ κρύψῃ τὸ πρόσωπον
αὐτοῦ ἀφ' ὑμῶν. Καὶ θεάσασθε
ἃ ποιήσει μεθ' ὑμῶν, καὶ ἐξομολογήσασθε
αὐτῷ ἐν ὅλῳ τῷ στόματι
ὑμῶν· καὶ εὐλογήσατε τὸν
Κύριον τῆς δικαιοσύνης καὶ ὑψώσατε
τὸν βασιλέα τῶν αἰώνων. Ἐγὼ
ἐν τῇ γῇ τῆς αἰχμαλωσίας
μου ἐξομολογοῦμαι αὐτῷ καὶ δεικνύω
τὴν ἰσχὺν καὶ τὴν μεγαλωσύνην
αὐτοῦ ἔθνει ἁμαρτωλῶν. Ἐπιστρέψατε,
ἁμαρτωλοί, καὶ ποιήσατε δικαιοσύνην
ἐνώπιον αὐτοῦ· τίς γινώσκει
εἰ θελήσει ὑμᾶς καὶ ποιήσει
ἐλεημοσύνην ὑμῖν;
|
6
Ἐὰν ἐπιστρέψετε ἐν μετανοίᾳ
πρὸς αὐτὸν μὲ ὅλην σας
τὴν καρδίαν καὶ
μὲ ὅλην σας τὴν ψυχήν, ὥστε
νὰ ἐκτελῆτε ἐνώπιόν
του τὸ
ἅγιον θέλημά
του, ποὺ εἶναι ἡ ἀλήθεια, τότε
θὰ ἐπιστρέψῃ καὶ αὐτὸς
πρὸς σᾶς καὶ δὲν θὰ ἀποστρέψῃ
τὸ πρόσωπόν του ἀπὸ
σᾶς. Τότε θὰ ἰδῆτε ἐκεῖνα,
τὰ ὁποῖα θὰ κάμῃ πρὸς
χάριν σας. Δοξάσατε, λοιπόν, αὐτὸν
μὲ ὅλην τὴν δύναμιν τῆς φωνῆς
σας. Δοξολογήσατε τὸν Κύριον
τῆς δικαιοσύνης καὶ ὑψώσατε
τὸν βασιλέα τοῦ σύμπαντος
εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἐγὼ εἰς τὸν τόπον αὐτὸν
τῆς αἰχμαλωσίας μου δοξολογῶ τὸν
Θεὸν καὶ διακηρύττω
τὴν δύναμιν καὶ
τὸ μεγαλεῖον του εἰς τὰ ἀμαρτωλὰ
ἔθνη. Καὶ λέγω: Ἁμαρτωλοὶ ἐπιστρέψατε
πρὸς τὸν Θεόν. Ἐφαρμόσατε δικαιοσύνην
ἐνώπιον αὐτοῦ. Καὶ ποιὸς
ξέρει, ἴσως ὁ Θεός νὰ δείξῃ
τὴν ἀγαθήν του διάθεσιν πρὸς
σᾶς. Θὰ στείλῃ καὶ πρὸς
σᾶς τὸ ἔλεός
του.
|
6
Ἐὰν ἐπιστρέψετε μετανοημένοι πρὸς
Ἐκεῖνον μὲ ὅλην τὴν διάθεσιν
τῆς καρδίας σας, ἀποφασισμένοι μὲ ὅλην
τὴν δύναμιν τῆς ψυχῆς σας νὰ συμπεριφέρεσθε
μὲ εἰλικρίνειαν, συμφώνως πρὸς τὴν
ἀλήθειάν Του, θὰ στραφῇ τότε καὶ Ἐκεῖνος
μὲ εὐμένειαν πρὸς σᾶς. Δὲν θὰ
ἀποστρέψῃ τὸ πρόσωπόν Του ἀπὸ
σᾶς. Παρατηρήσατε καὶ μελετήσατε αὐτά, ποὺ
ἔκαμε καὶ θὰ κάμῃ διὰ σᾶς,
καὶ νὰ Τὸν δοξολογήσετε μὲ ὅλην
τὴν δύναμιν τῆς φωνῆς σας. Νὰ ἀνυμνήσετε
τὸν Κύριον τῆς δικαιοσύνης καὶ νὰ
μεγαλύνετε Ἐκεῖνον, ποὺ βασιλεύει αἰωνίως.
Ἐγὼ προσωπικῶς εἰς τὴν χώραν,
ὅπου ζῶ ὡς αἰχμάλωτος, Τὸν δοξολογῶ
διαρκῶς καὶ διακηρύττω τὴν δύναμιν καὶ
τὴν μεγαλωσύνην Του μέσα εἰς τὸ ἔθνος
τῶν ἁμαρτωλῶν. Μετανοήσατε, φωνάζω, ἐπιστρέψατε
εἰς τὸν ἀληθινὸν Θεόν, ἁμαρτωλοὶ
ἄνθρωποι, καὶ ζήσετε μὲ δικαιοσύνην καὶ
ἀρετὴν ἐνώπιόν Του. Ποιὸς ξέρει;
Εἶναι ἀπίθανον νὰ θελήσῃ νὰ
σᾶς δεχθῇ μὲ εὔνοιαν καὶ νὰ
σᾶς εὐσπλαγχνισθῇ; |
7
Τὸν Θεόν μου ὑψῶ καὶ ἡ
ψυχή μου τὸν βασιλέα τοῦ οὐρανοῦ
καὶ ἀγαλλιάσεται τὴν μεγαλωσύνην
αὐτοῦ. |
7
Τὸν Θεόν μου μεγαλλείνω καὶ ἡ
ψυχή μου γεμάτη ἀγαλλίασιν θὰ
διακηρύττῃ τὸ μεγαλεῖον τοῦ
βασιλέως τῶν οὐρανῶν.
|
7
Μεγαλύνω τὸν Θεόν μου. Ἡ ψυχή μου στρέφεται πρὸς
τὸν βασιλέα τοῦ οὐρανοῦ καὶ
γεμίζει μὲ ἀγαλλίασιν, ὅταν ὑμνῇ
τὴν μεγαλωσύνην Του. |
8
Λεγέτωσαν πάντες καὶ ἐξομολογείσθωσαν
αὐτῷ ἐν Ἱεροσολύμοις·
|
8
῞Ολοι ἂς εἴπωμεν
καὶ ἂς διακηρύξωμεν τὴν δόξαν
καὶ τὰς εὐεργεσίας αὐτοῦ
εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ.
|
8
Ἂς λέγουν ὅλοι προσευχὰς δοξολογίας πρὸς
Ἐκεῖνον καὶ ἂς τὸν ἀνυμνοῦν
εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα! |
9
Ἱεροσόλυμα πόλις ἁγία, μαστιγώσει
ἐπὶ τὰ ἔργα τῶν υἱῶν
σου καὶ πάλιν ἐλεήσει τοὺς υἱοὺς
τῶν δικαίων. |
9
Ἱερουσαλήμ, πόλις ἁγία, ὁ
Θεός θὰ σὲ τιμωρήσῃ διὰ
τὰ ἔργα τῶν
παιδιῶν σου, ἀλλὰ καὶ πάλιν
θὰ ἐλεήσῃ τοὺς ἀπογόνους
τῶν δικαίων.
|
9
Ὦ Ἱεροσόλυμα! Πόλις ἁγία! Ὁ
Κύριος θὰ σὲ τιμωρήσῃ διὰ τὰ
παράνομα ἔργα τῶν υἱῶν σου, ἀλλ'
ὅμως θὰ εὐσπλαγχνισθῇ καὶ πάλιν
τὰ τέκνα τῶν ἐναρέτων.
|
10
Ἐξομολογοῦ τῷ Κυρίῳ ἀγαθῶς
καὶ εὐλόγει τὸν βασιλέα τῶν
αἰώνων, ἵνα πάλιν ἡ σκηνὴ
αὐτοῦ οἰκοδομηθῇ ἐν σοὶ
μετὰ χαρᾶς, καὶ εὐφράναι ἐν
σοὶ τοὺς αἰχμαλώτους καὶ ἀγαπῆσαι
ἐν σοὶ τοὺς ταλαιπώρους εἰς
πάσας τὰς γενεὰς τοῦ αἰῶνος.
|
10
Νὰ εὐχαριστῇς τὸν Κύριόν
σου ὅσον
ἠμπορεῖς περισσότερον.
Καὶ νὰ δοξολογῇς τὸν βασιλέα
τῶν αἰώνων, διὰ νὰ ἀνοικοδομηθῇ
πάλιν ἐντός σου μὲ χαρὰν μεγάλην
ὁ ναὸς τοῦ Θεοῦ. Εἴθε
νὰ εὐφρανθοῦν
ἐπανερχόμενοι πρὸς σὲ οἱ αἰχμάλωτοι
Ἰουδαῖοι, ὦ Ἱερουσαλήμ. Εἴθε
νὰ ἀγαπήσῃ ὁ Θεὸς τοὺς
ταλαιπωρουμένους Ἰουδαίους
εἰς ὅλας τὰς γενεάς των.
|
10
Δόξαζε τὸν Κύριον, ὅπως ἀξίζει εἰς
τὴν ἀγαθότητά Του, καὶ ψάλλε ὕμνους
εἰς τὸν βασιλέα τῶν αἰώνων, διὰ
νὰ κτισθῇ καὶ πάλιν εἰς σὲ μὲ
χαρὰν ὁ Ναός Του. Καὶ εἴθε νὰ
εὐφρανῇ ὁ Θεὸς τοὺς αἰχμαλώτους
Ἰουδαίους, μὲ τὸ νὰ τοὺς ἐπιστρέψῃ
ἐλευθέρους εἰς σέ, καὶ νὰ ἐκδηλώσῃ
εἰς σέ, τὴν ἁγίαν πόλιν Του, τὴν ἀγάπην
Του πρὸς ὅλους τοὺς ταλαιπώρους Ἰουδαίους
εἰς ὅλας τὰς γενεᾶς, αἰωνίως.
|
11
Ἔθνη πολλὰ μακρόθεν ἥξει πρὸς
τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ δῶρα
ἐν χερσὶν ἔχοντες καὶ δῶρα τῷ
βασιλεῖ τοῦ οὐρανοῦ, γενεαὶ
γενεῶν δώσουσί σοι ἀγαλλίαμα.
|
11
Πολλὰ ἔθνη θὰ ἔλθουν ἀπὸ
μακράν, διὰ νὰ δοξάσουν τὸ
ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ. Θὰ ἔχουν
δῶρα εἰς τὰ χέρια του,
δῶρα διὰ νὰ
τὰ προσφέρουν εἰς τὸν βασιλέα
τῶν οὐρανῶν.
Ὅλαι αἱ γενεαὶ
τῶν γενεῶν θὰ
διακηρύξουν τὴν ἀγαλλίασίν των
διὰ σέ.
|
11
Πολλὰ ἔθνη θὰ ἔλθουν ἀπὸ
μακριὰ πρὸς τὸν ἱερὸν τόπον,
ὅπου ἀνυμνεῖται τὸ Ὄνομα Κυρίου
τὸν Θεοῦ, καὶ θὰ κρατοῦν εἰς
τὰ χέρια των δῶρα, προσφορὰς διὰ τὸν
βασιλέα τοῦ οὐρανοῦ. Γενεαὶ γενεῶν
ἀνθρώπων θὰ σοῦ ἐκδηλώσουν τὴν
ἀγαλλίασιν τῇς καρδιᾶς των.
|
12
Ἐπικατάρατοι πάντες οἱ μισοῦντές
σε, εὐλογημένοι ἔσονται πάντες οἱ
ἀγαπῶντές σε εἰς τὸν αἰῶνα.
|
12
Κατηραμένοι θὰ εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι,
οἱ ὁποῖοι σὲ μισοῦν, εὐλογημένοι
δὲ θὰ εἶναι
ὅλοι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι
σὲ ἀγαποῦν εἰς τὸν αἰῶνα.
|
12
Εἶναι καταραμένοι ὅλοι, ὅσοι σὲ
μισοῦν. Ἀντιθέτως θὰ εἶναι εὐλογημένοι
αἰωνίως, ὅσοι σὲ ἀγαποῦν.
|
13
Χάρηθι καὶ ἀγαλλίασαι ἐπὶ
τοῖς υἱοῖς τῶν δικαίων, ὅτι
συναχθήσονται καὶ εὐλογήσουσι τὸν
Κύριον τῶν δικαίων.
|
13
Ἔχε χαρὰν καὶ ἀγαλλιασιν, ὦ
Ἱερουσαλήμ, διὰ τοὺς δικαίους,
οἱ ὁποῖοι θὰ συγκεντρωθοῦν εἰς
τὴν περιοχήν σου καὶ
οἱ ὁποῖοι θὰ δοξάζουν
τὸν Κύριον καὶ Θεὸν
τῶν δικαίων ἀνθρώπων.
|
13
Νὰ χαίρεσαι καὶ νὰ εὐφραίνεσαι διὰ
τοὺς υἱοὺς τῶν ἐναρέτων καὶ
εὐσεβῶν, διότι θὰ συναχθοῦν ὁπωσδήποτε
αὐτοὶ εἰς σὲ καὶ θὰ δοξολογήσουν
τὸν Κύριον τῶν ἐναρέτων.
|
14
Ὦ μακάριοι οἱ ἀγαπῶντές
σε, χαρήσονται ἐπὶ τῇ εἰρήνῃ
σου. Μακάριοι ὅσοι ἐλυπήθησαν ἐπὶ
πάσαις ταῖς μάστιξί σου, ὅτι
ἐπὶ σοὶ χαρήσονται θεασάμενοι
πᾶσαν τὴν δόξαν σου καὶ εὐφρανθήσονται
εἰς τὸν αἰῶνα. |
14
Ὤ! Τρισευτυχισμένοι καὶ εὐλογημένοι
ἀπὸ τὸν Θεὸν
εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι
εἰλικρινῶς σὲ
ἀγαποῦν. Θὰ χαροῦν διὰ τὴν
εἰρήνην σου. Τρισευτυχισμένοι ἐπίσης
εἶναι ὅσοι ἐπόνεσαν δι' ὅλας
τὰς συμφοράς σου,
διότι καὶ αὐτοὶ θὰ χαροῦν
βλέποντες τὴν δόξαν
σου. Θὰ εὐφρανθοῦν
εἰς τὸν
αἰῶνα.
|
14
Ὦ! Πόσον εὐτυχεῖς εἶναι ὅσοι
σὲ ἀγαποῦν! Θὰ χαροῦν πολύ,
ὅταν θὰ εἰρηνεύσῃς. Εὐτυχισμένοι
ὅσοι ἐλυπήθηκαν δι’ ὅλας τὰς
ταλαιπωρίας σου, διότι θὰ ἀξιωθοῦν νὰ
χαροῦν διὰ σέ, ὅταν ἰδοῦν ὅλην
τὴν δόξαν σου, καὶ θὰ εὐφραίνωνται
αἰωνίως. |
15
Ἡ ψυχή μου εὐλογείτω τὸν Θεὸν
τὸν βασιλέα τὸν μέγαν,
|
15
Ἡ ψυχή μου ἂς εὐχαριστῇ καὶ
ἂς δοξολογῇ τὸν Θεόν, τὸν μέγαν
βασιλέα,
|
15
Ἂς εὐλογῇ ἡ ψυχή μου τὸν Θεόν,
τὸν μέγαν Βασιλέα τοῦ σύμπαντος.
|
16
ὅτι οἰκοδομηθήσεται Ἱερουσαλὴμ
σαπφείρῳ καὶ σμαράγδῳ καὶ
λίθῳ ἐντίμῳ τὰ τείχη
σου καὶ οἱ πύργοι καὶ οἱ προμαχῶνες
ἐν χρυσίῳ καθαρῷ,
|
16
διότι ἡ Ἱερουσαλὴμ θὰ ἀνοικοδομηθῇ
μὲ σάπφειρον καὶ σμάραγδον,
τὰ δὲ τείχη της μὲ πολυτίμους
λίθους καὶ οἱ πύργοι
της καὶ οἱ προμαχῶνες
της μὲ ὁλοκάθαρον χρυσόν.
|
16
Ἂς τὸν εὐλογῇ, διότι εἶναι βέβαιον
ὅτι θὰ ἀνοικοδομηθοῦν τὰ τείχη
σου, Ἱερουσαλήμ, μὲ ζαφείρι καὶ σμαράγδι
καὶ κάθε εἴδους πολύτιμο πετράδι. Οἱ
δὲ πύργοι καὶ οἱ προμαχῶνες σου θὰ
κτισθοῦν μὲ καθαρὸ χρυσάφι.
|
17
καὶ αἱ πλατεῖαι Ἱερουσαλὴμ ἐν
βηρύλλῳ καὶ ἄνθρακι καὶ λίθῳ
ἐκ Σουφεὶρ ψηφολογηθήσονται.
|
17
Αἱ πλατεῖαι τῆς Ἱερουσαλὴμ θὰ
στρωθοῦν μὲ βήρυλλον καὶ ἀδάμαντα·
θὰ στρωθοῦν καὶ θὰ διακοσμηθοῦν
μὲ πολυτίμους λίθους ἐκ τοῦ
Σουφείρ.
|
17
Αἱ πλατεῖαι τῆς Ἱερουσαλὴμ θὰ
στολισθοῦν μὲ ψηφιδωτὰ ἀπὸ βήρυλλον
καὶ διαμάντι καὶ μὲ τὸ πολύτιμο
πετράδι, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸ Σουφείρ.
|
18
Καὶ ἐροῦσι πᾶσαι αἱ ρύμαι
αὐτῆς, ἀλληλούϊα καὶ αἰνέσουσι
λέγοντες· εὐλογητὸς ὁ Θεός,
ὃς ὕψωσε πάντας τοὺς αἰῶνας>.
|
18
Εἰς ὅλους τοὺς δρόμους της θὰ
ἀντηχῇ καὶ θὰ ψάλλεται τὸ
ἀλληλούϊα. Ὅλοι θὰ δοξολογοῦν
λέγοντες· εὐλογητὸς ὁ Θεός,
ὁ ὁποῖος ἐξύψωσε τὴν Ἱερουσαλὴμ
εἰς ὅλους τοὺς αἰῶνας>.
|
18
Καὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς δρόμους τῆς
Ἱερουσαλὴμ θὰ ἀκούεται τὸ <Ἀλληλούϊα
>. Θὰ ἀνυμνοῦν τὸν Κύριον καὶ
θὰ ψάλλουν: <Ἂς εἶναι εὐλογημενος
ὁ Θεός, ποὺ ἐξύψωσε καὶ ἐδόξασε
τὴν Ἱερουσαλὴμ εἰς ὅλους τοὺς
αἰῶνας>. |