Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
έκνον,
εἰ προσέρχῃ δουλεύειν Κυρίῳ
Θεῷ, ἐτοίμασαν τὴν ψυχήν σου
εἰς πειρασμόν· |
αιδί
μου, ἐὰν προσέρχεσαι νὰ ὑπηρετήσῃς
τὸν Κύριον, ἐτοίμασε τὸν ἑαυτόν
σου διὰ διαφόρους δοκιμασίας.
|
έκνον
μου, ἐὰν προσέρχεσαι να ὑπηρετήσῃς
τὸν Κύριον, ἐτοίμασε τὸν ἑαυτόν
σου νὰ ἀντιμετωπίσῃς παντὸς
εἴδους δοκιμασίας καὶ πειρασμούς.
|
2
εὔθυνον τὴν καρδίαν σου καὶ καρτέρησον
καὶ μὴ σπεύσῃς ἐν καιρῷ
ἐπαγωγῆς· |
2
Νὰ ἔχῃς εὐθεῖαν καὶ εἰλικρινῆ
τὴν καρδίαν σου. Ὅπλισε τὸν ἑαυτόν
σου με ὑπομονὴν καὶ θάρρος καὶ
νὰ μὴ παρασυρθῇς μακρὰν ἀπὸ
τὸν Κύριον εἰς περίοδον δυσκολιῶν.
|
2
Διὰ νὰ προετοιμάσῃς δὲ τὸν ἑαυτόν
σου κατάστησον εὐθεῖαν καὶ ἐλευθέραν
ἀπὸ κάθε ἐλατήριον μάταιον καὶ ἰδιοτελὲς
τὴν καρδίαν σου, ὥστε νὰ θέλῃ αὕτη
πάντοτε τὰ θεάρεστα, καὶ γίνου ὑπομονητικὸς
καὶ καρτερικός· καὶ μὴ σπεύσῃς
νὰ ἀπομακρυνθῇς ἀπὸ τὸν
Θεὸν κατὰ τὸν καιρόν, ποὺ θὰ
ἐπαχθοῦν καὶ θὰ ἐπέλθουν ἐπάνω
σου αἱ δοκιμασίαι αὐταί. |
3
κολλήθητι αὐτῷ καὶ μὴ ἀποστῇς,
ἵνα αὐξηθῇς ἐπ' ἐσχάτων
σου. |
3
Μένε προσκολλημένος εἰς τὸν Θεόν,
μὴ ἀπομακρυνθῇς ἀπὸ αὐτόν,
διὰ νὰ δοξασθῇς καὶ μεγαλυνθῇς
κατόπιν.
|
3
Προσκολλήσου εἰς Αὐτὸν καὶ μὴ
ἀπομακρυνθῇς ἀπ’ Αὐτοῦ, διὰ
νὰ προκόψῃς καὶ τιμηθῇς εἰς
τὰ ἔσχατα τῆς ζωῆς σου.
|
4
Πᾶν ὃ ἐὰν ἐπαχθῇ σοι,
δέξαι καὶ ἐν ἀλλάγμασι ταπεινώσεώς
σου μακροθύμησον· |
4
Κάθε πειρασμὸν καὶ δύσκολον περίστασιν,
ποὺ θὰ ἐκσπάσῃ ἐπάνω
σου, δέξου τα μὲ ὑπομονήν. Εἰς
δὲ τὰς μεταπτώσεις καὶ ἐναλλαγὰς
τῶν θλίψεών σου δεῖξε μακροθυμίαν·
|
4
Κάθε δοκιμασίαν καὶ περιπέτειαν, ποὺ θὰ
πέσῃ ἐπάνω σου, δέχθητι αὐτὴν μεθ’
ὑπομονῆς· καὶ εἰς τὰς μεταβολὰς
καὶ μεταπτώσεις τῆς ζωῆς, αἱ ὁποῖαι
θὰ σοῦ ἐπιφέρουν ταπείνωσιν καὶ χειροτέρευσιν
τῆς μέχρι τοῦδε καταστάσεως, δεῖξε ὑπομονὴν
καὶ μακροθυμίαν. |
5
ὅτι ἐν πυρὶ δοκιμάζεται χρυσὸς
καὶ ἄνθρωποι δεκτοὶ ἐν καμίνῳ
ταπεινώσεως. |
5
διότι, ὅπως μὲ τὴν φωτιὰν καθαρίζεται
καὶ γίνεται λαμπρότερος ὁ χρυσός,
ἔτσι καὶ οἱ ἄνθρωποι γίνονται
δεκτοὶ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου διὰ
μέσου τῆς καμίνου τῶν θλίψεων.
|
5
Δέχθητι δὲ μὲ ὑπομονὴν τὰς ταπεινωτικὰς
δοκιμασίας, διότι μὲ τὴν φωτιὰν ὁ
χρυσὸς καθαρίζεται καὶ γίνεται δόκιμος καὶ
γνήσιος, καθὼς καὶ οἱ ἄνθρωποι καθίστανται
δεκτοὶ καὶ εὐάρεστοι ἐνώπιον τοῦ
Κυρίου μέσα εἰς τὴν κάμινον τῶν δοκιμασιῶν
καὶ τῆς ταπεινώσεως. |
6
Πίστευσον αὐτῷ, καὶ ἀντιλήψεταί
σου· εὔθυνον τὰς ὁδούς σου καὶ
ἔλπισον ἐπ' αὐτόν.
|
6
Ἐμπιστεύσου τὸν ἑαυτόν σου εἰς
τὸν Κύριον καὶ αὐτὸς θὰ
σὲ προστατεύσῃ. Φρόντισε νὰ
εἶναι εἰλικρινεῖς καὶ εὐθεῖαι
αἱ ὁδοὶ καὶ οἱ τρόποι
τῆς ζωῆς σου καὶ στήριξε εἰς
Ἐκεῖνον τὰς ἐλπίδας σου.
|
6
Ἔχε πίστιν καὶ ἐμπιστοσύνην εἰς τὸν
Θεόν, καὶ θὰ σὲ προστατεύσῃ·
κατάστησον εὐθείας καὶ ἐλευθέρας πλαγίων
ὑπολογισμῶν καὶ πάσης δολιότητος τοὺς
τρόπους τῆς ὅλης διαγωγῆς σου· ζῆσε
ζωὴν ἁγίαν καὶ ἔχε τὴν ἐλπίδα
σου εἰς Αὐτόν. |
7
Οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον ἀναμείνατε
τὸ ἔλεος αὐτοῦ καὶ μὴ
ἐκκλίνητε, ἵνα μὴ πέσητε.
|
7
Ὅσοι φοβεῖσθε τὸν Κύριον, ἀναμείνατε
τὴν ἔκβασιν, ποὺ Ἐκεῖνος θὰ
δώσῃ, καὶ μὴ παρεκκλίνετε ἀπὸ
τὸν δρόμον τοῦ Κυρίου, διὰ νὰ
μὴ πέσετε καὶ συντριβῆτε.
|
7
Ὅσοι φοβεῖσθε τὸν Κύριον, εἰς περίπτωσιν
δοκιμασίας σας ἀναμείνατε τὸ ἔλεός Του καὶ
μὴ παρεκκλίνετε ἀπὸ τὸν δρόμον Αὐτοῦ,
διὰ νὰ μὴ πέσετε καὶ πάθετε κακόν.
|
8
Οἱ φοβούμενοι Κύριον πιστεύσατε αὐτῷ,
καὶ οὐ μὴ πταῖσῃ ὁ μισθὸς
ὑμῶν. |
8
Ὅλοι ὅσοι φοβοῦνται τὸν Κύριον
ἂς ἐμπιστευθοῦν τὸν ἑαυτόν
των εἰς Ἐκεῖνον καὶ ἡ ἀμοιβὴ
τῆς ὑπομονῆς των δὲν θὰ χαθῇ.
|
8
Ὅσοι φοβεῖσθε τὸν Κύριον, ἔχετε πίστιν
καὶ ἐμπιστοσύνην εἰς τὸν Κύριον, καὶ
διὰ τὴν ὑπομονήν, ποὺ θὰ δείξετε
εἰς τὴν δοκιμασίαν σας, δὲν θὰ χαθῇ
ὁ μισθός σας. |
9
Οἱ φοβούμενοι Κύριον ἐλπίσατε
εἰς ἀγαθὰ καὶ εἰς εὐφροσύνην
αἰῶνος καὶ ἐλέους. |
9
Σεῖς, ποὺ φοβεῖσθε τὸν Κύριον,
νὰ ἔχετε τὴν ἐλπίδα, ὅτι
θὰ ἀπολαύσετε τὸ ἔλεός
του, τὰ ἀγαθὰ καὶ τὴν αἰωνίαν
χαράν.
|
9
Ὅσοι φοβεῖσθε τὸν Κύριον, κατὰ τὰς
δοκιμασίας σας ἐλπίσατε εἰς τὰ ἀγαθὰ
καὶ εἰς τὴν αἰωνίαν εὐφροσύνην
καὶ τὸ ἔλεος Αὐτοῦ.
|
10
Ἐμβλέψατε εἰς ἀρχαίας γενεὰς
καὶ ἴδετε· τίς ἐνεπίστευσε
Κυρίῳ καὶ κατῃσχύνθη; Ἢ
τίς ἐνέμεινε τῷ φόβῳ αὐτοῦ
καὶ ἐγκατελείφθη; Ἢ τίς ἐπεκαλέσατο
αὐτόν, καὶ ὑπερεῖδεν αὐτόν;
|
10
Παρατηρήσατε εἰς τὰς ἀρχαίας
γενεὰς τῶν ἀνθρώπων καὶ ἰδέτε,
ποιὸς ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ
ἐνεπιστεύθησαν τὸν ἑαυτόν των
εἰς τὸν Κύριον, ἐντροπιάστηκε;
Ἢ ποιὸς ἔμεινεν ἀκλόνητος εἰς
τὸν σεβασμὸν πρὸς αὐτὸν καὶ
ἐγκατελείφθη ἀπὸ Ἐκεῖνον;
Ἢ ποιὸς παρεκάλεσε τὸν Κύριον
καὶ ὁ Κύριος τοῦ ἔδειξεν ἀδιαφορίαν
καὶ ἐγκατάλειψιν;
|
10
Παρατηρήσατε τὰς παλαιὰς γενεᾶς τῶν
ἀνθρώπων καὶ ἴδετε· ποῖος ἐνεπιστεύθη
εἰς τὸν Κύριον καὶ ἐντροπιάσθη
διὰ τῆς διαψεύσεως τῶν ἐλπίδων του;
Ἢ ποῖος ἐνέμεινε σταθερὸς καὶ
ἀσάλευτος εἰς τὸν φόβον Του καὶ ἐγκατελείφθη
ὑπ’ Αὐτοῦ; Ἢ ποῖος ἐπεκαλέσθη
Αὐτὸν καὶ ὁ Κύριος τὸν παρέβλεψε
καὶ τὸν ἐπεριφρόνησε;
|
11
Διότι οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων
ὁ Κύριος καὶ ἀφίησιν ἁμαρτίας
καὶ σῴζει ἐν καιρῷ θλίψεως.
|
11
Διότι ὁ Κύριος εἶναι οἰκτίρμων
καὶ ἐλεήμων, συγχωρεῖ τὰς ἁμαρτίας
καὶ σώζει τοὺς ἀνθρώπους εἰς
περίοδον θλίψεων καὶ πειρασμῶν.
|
11
Κανεὶς δὲν ἐγκατελείφθη, οὔτε ἐπεριφρονήθη
ἀπὸ τὸν Κύριον. Διότι ὁ Κύριος εἶναι
εὐσπλαγχνικὸς καὶ ἐλεήμων καὶ
συγχωρεῖ τὰς ἁμαρτίας καὶ σώζει
τοὺς ἀνθρώπους εἰς τὸν καιρὸν
τῆς θλίψεώς των καὶ τῆς ἀνάγκης
των. |
12
Οὐαὶ καρδίαις δειλαῖς καὶ χερσὶ
παρειμέναις καὶ ἀμορτωλῷ ἐπιβαίνοντι
ἐπὶ δύο τρίβους. |
12
Ἀλλοίμονον εἰς τὰς δειλὰς καρδίας,
εἰς τὰ παραλελυμένα χέρια καὶ
εἰς τὸν ἁμαρτωλόν, ὁ ὁποῖος
προσπαθεῖ νὰ βαδίζῃ δύο δρόμους,
ἕνα τοῦ Θεοῦ καὶ ἕνα τοῦ
πονηροῦ.
|
12
Ἀλλοίμονον εἰς τὰς δειλὰς καρδίας
καὶ εἰς τὰς χεῖρας τὰς παραλυμένας,
εἰς ἐκείνους δηλαδή, οἱ ὁποῖοι
μὲ τὴν πρώτην ἀπειλὴν ἐκφοβίζονται
καὶ παραλύουν καὶ ἐγκαταλείπουν τὸ
καθῆκον· ἀλλοίμονον καὶ εἰς
τὸν ἁμαρτωλόν, ὁ ὁποῖος βαδίζει
δύο δρόμους, μεταπίπτων ἀπὸ τὴν ὁδὸν
τοῦ καθήκοντος εἰς τὴν ὁδὸν
τῆς ματαιότητος καὶ τοῦ ψεύδους.
|
13
Οὐαὶ καρδίᾳ παρειμένῃ,
ὅτι οὐ πιστεύει· διὰ τοῦτο
οὐ σκεπασθήσεται. |
13
Ἀλλοίμονον εἰς τὴν ἄτονον καὶ
παραλελυμένην καρδίαν, διότι δὲν πιστεύει
εἰς τὸν Θεόν. Ἐξ αἰτίας
δὲ τῆς ἀπιστίας της δὲν θὰ
τεθῇ ὑπὸ τὴν σκέπην καὶ
προστασίαν τοῦ Κυρίου.
|
13
Ἀλλοίμονον εἰς τὴν παραλυμένην καρδίαν,
ποὺ ὑποχωρεῖ ἄνευ ἀντιστάσεως
εἰς τὴν προσβολὴν τοῦ κακοῦ,
διότι δὲν πιστεύει εἰς τὸν Θεό·ν
δι’ αὐτὸ δὲν θὰ σκεπασθῇ ὑπὸ
τὴν προστασίαν του ἐν ὥρα κινδύνου.
|
14
Οὐαὶ ὑμῖν τοῖς ἀπολωλεκόσι
τὴν ὑπομονήν· καὶ τί ποιήσετε
ὅταν ἐπισκέπτηται ὁ Κύριος;
|
14
Ἀλλοίμονον εἰς σᾶς, ποὺ ἔχετε
χάσει τὴν ὑπομονήν! Τί θὰ
κάμετε, ὅταν σᾶς ἐπισκεφθῇ ὁ
Κύριος μὲ δοκιμασίας καὶ θλίψεις;
|
14
Ἀλλοίμονον εἰς σᾶς, ποὺ ἔχετε
χάσει τὴν ὑπομονήν. Καὶ τί λοιπὸν
θὰ κάμετε, ὅταν ὁ Κύριος σᾶς ἐπισκεφθῇ
διὰ δοκιμασιῶν καὶ θλίψεων;
|
15
Οἱ φοβούμενοι Κύριον οὐκ ἀπειθήσουσι
ρημάτων αὐτοῦ, καὶ οἱ ἀγαπῶντες
αὐτὸν συντηρήσουσι τὰς ὁδοὺς
αὐτοῦ. |
15
Ἐκεῖνοι, ποὺ σέβονται τὸν Κύριον,
δὲν θὰ δείξουν ἀνυπακοὴν εἰς
τοὺς λόγους του. Οἱ δὲ ἀγαπῶντες
αὐτὸν θὰ τηρήσουν πιστῶς τὰς
ἐντολάς του.
|
15
Ἐκεῖνοι ποὺ φοβοῦνται τὸν Κύριον,
δὲν θὰ ἀπειθήσουν εἰς τοὺς λόγους
του, καὶ ὅσοι τὸν ἀγαποῦν, θὰ
παραμείνουν σταθεροὶ εἰς τοὺς δρόμους τῶν
ἐντολῶν του. |
16
Οἱ φοβούμενοι Κύριον ζητήσουσιν εὐδοκίαν
αὐτοῦ, καὶ οἱ ἀγαπῶντες
αὐτὸν ἐμπλησθήσονται τοῦ νόμου.
|
16
Ὅσοι φοβοῦνται τὸν Κύριον θὰ
ζητήσουν καὶ θὰ εὕρουν τὴν καλωσύνην
καὶ τὰς δωρεάς του. Ἐκεῖνοι
δέ, ποὺ τὸν ἀγαποῦν, θὰ
χορτάσουν μὲ τὸ παραπάνω ἀπὸ
τὴν μελέτην καὶ ἐφαρμογήν του
Νόμου του.
|
16
Ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι φοβοῦνται
τὸν Κύριον, θὰ ἐπιδιώξουν νὰ ἐπιτύχουν
τὴν εὐαρέσκειάν του, καὶ ὅσοι
τὸν ἀγαποῦν, θὰ χορτάσουν ἀπὸ
τὴν μελέτην καὶ γνῶσιν τοῦ νόμου του.
|
17
Οἱ φοβούμενοι Κύριον ἑτοιμάσουσι
καρδίας αὐτῶν καὶ ἐνώπιον
αὐτοῦ ταπεινώσουσι τὰς ψυχὰς
αὐτῶν. |
17
Οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον ἂς
ἔχουν ἑτοίμους τὰς καρδίας των
νὰ ὑποστοῦν πειρασμούς. Καὶ
ἐνώπιον τοῦ Κυρίου ἂς ὑποτάξουν
καὶ ταπεινώσουν τοὺς ἑαυτούς
των λέγοντες·
|
17
Ἐκεῖνοι ποὺ φοβοῦνται τὸν Κύριον,
θὰ προετοιμάσουν τὰς καρδίας των, διὰ νὰ
δεχθοῦν ὅ,τι Αὐτὸς θὰ ἐπιτρέψῃ
πρὸς δοκιμασίαν των, καὶ ἐνώπιον Αὐτοῦ
θὰ ταπεινώσουν τὰς ψυχάς των.
|
18
Ἐμπεσούμεθα εἰς χεῖρας Κυρίου
καὶ οὐκ εἰς χεῖρας ἀνθρώπων·
ὡς γὰρ ἡ μεγαλωσύνη αὐτοῦ,
οὕτως καὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ.
|
18
<Θὰ παραδοθῶμεν εἰς τὰ χέρια
τοῦ Κυρίου μᾶλλον καὶ ὄχι εἰς
τὰ χέρια τῶν ἀνθρώπων. Διότι
ὅσον μεγάλη καὶ ἀπροσμέτρητος
εἶναι ἡ μεγαλοπρέπειά του, ἔτσι
μέγα καὶ ἀπροσμέτρητον εἶναι
τὸ ἔλεός του>. |
18
Καὶ θὰ εἴπουν: Θὰ πέσωμεν μέσα εἰς
τὰς χεῖρας τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι
εἰς χεῖρας ἀνθρώπων διότι, ὅπως ἄπειρον
εἶναι τὸ μεγαλεῖον καὶ ἡ δύναμίς
του, οὕτως ἄπειρον εἶναι καὶ τὸ
ἔλεός του. |