Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
λὴν
τοῦ ἐπιδόντος τὴν ψυχὴν αὐτοῦ
καὶ διανοουμένου ἐν νόμῳ Ὑψίστου,
σοφίαν πάντων ἀρχαίων ἐκζητήσει
καὶ ἐν προφητείαις ἀσχοληθήσεται.
|
λλὰ
ἐκεῖνος ποὺ ἐπιμελεῖται τὴν
καλλιέργειαν τοῦ πνεύματος, μελετᾷ
τὸν νόμον τοῦ Ὑψίστου Θεοῦ,
ἀναζητεῖ καὶ ἐρευνᾷ τὴν
σοφίαν ὅλων τῶν ἀρχαίων καὶ
ἀσχολεῖται μὲ τὰς προφητείας.
|
ντιθέτως
πρὸς τούτους, ἐκεῖνος ποὺ ἔδωκεν
ὅλην τὴν προσοχήν του εἰς τὸ νὰ
ἐντρυφᾷ μελετῶν τὸν Νόμον τοῦ
Ὑψίστου, θὰ ἐρευνήσῃ καὶ θὰ
ζητήσῃ νὰ μάθῃ τὴν σοφίαν ὅλων
τῶν ἀρχαίων καὶ θὰ ἀσχοληθῇ
μὲ τὰς προφητείας. |
2
Διηγήσεις ἀνδρῶν ὀνομαστῶν συντηρήσει
καὶ ἐν στροφαῖς παραβολῶν συνεισελεύσεται.
|
2
Μανθάνει καὶ διατηρεῖ εἰς τὴν
διάνοιάν του τὰς διηγήσεις τῶν
ὀνομαστῶν ἀνδρῶν. Εἰσδύει
εἰς τὰς στροφὰς καὶ τὸ κρυμμένον
νόημα τῶν γνωμικῶν.
|
2
Θὰ διατηρῇ εἰς τὴν μνήμην του διηγήσεις
ὀνομαστῶν καὶ φημισμένων ἀνδρῶν
καὶ θὰ ἐμβαθύνῃ εἰς τὸ
νόημα δυσκόλων παραβολῶν καὶ ἀποφθεγμάτων.
|
3
Ἀπόκρυφα παροιμιῶν ἐκζητήσει
καὶ ἐν αἰνίγμασι παραβολῶν ἀναστραφήσεται.
|
3
Ἀναζητεῖ τὰ κρυμμένα νοήματα
τῶν παροιμιῶν, μελετᾷ μὲ προσοχὴν
τὰ αἰνιγματώδη ἀποφθέγματα.
|
3
Θὰ ζητήσῃ μετ' ἐνδιαφέροντος νὰ διακριβώσῃ
τὰ κεκρυμμένα νοήματα τῶν παρομοιώσεων καὶ
παροιμιῶν τούτων, καὶ εἰς τὰ αἰνίγματα
τῶν παραβολῶν θὰ περιστρέφεται καὶ
θὰ ἐνδιατριβῇ ἡ διάνοιά του.
|
4
Ἀνὰ μέσον μεγιστάνων ὑπηρετήσει
καὶ ἔναντι ἡγουμένου ὀφθήσεται·
ἐν γῆ ἀλλοτρίων ἐθνῶν
διελεύσεται, ἀγαθὰ γὰρ καὶ κακὰ
ἐν ἀνθρώποις ἐπείρασε.
|
4
Αὐτὸς ἀναλαμβάνει ὑπηρεσίαν
ἐν μέσῳ ἐπισήμων ἀνδρῶν·
ἐνώπιον δὲ καὶ αὐτοῦ τοῦ
ἡγεμόνος ἐμφανίζεται. Ἐπισκέπτεται
χώρας ξένων λαῶν, διότι θέλει
καὶ προσπαθεῖ νὰ μάθῃ τὰ
καλὰ καὶ τὰ κακὰ τῶν ἀνθρώπων.
|
4
Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς θὰ προσφέρῃ
ὑπηρεσίας ἐν μέσῳ τῶν μεγάλων ἀνδρῶν
καὶ θὰ παρουσιασθῇ ἔμπροσθεν τοῦ
ἡγουμένου καὶ ἀρχηγοῦ τοῦ ἔθνους·
θὰ περιηγηθῇ δὲ χώρας ξένων ἐθνῶν
καὶ ἐξ αὐτοψίας καὶ ἰδίας πείρας
θὰ γνωρίσῃ τί τὸ καλὸν καὶ κακὸν
μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. |
5
Τὴν καρδίαν αὐτοῦ ἐπιδώσει
ὀρθίσαι πρὸς Κύριον τὸν ποιήσαντα
αὐτὸν καὶ ἔναντι Ὑψίστου
δεηθήσεται· καὶ ἀνοίξει τὸ
στόμα αὐτοῦ ἐν προσευχῇ καὶ
περὶ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτοῦ
δεηθήσεται.
|
5
Ἀπὸ πρωΐας ἀνυψώνει μὲ εὐλαβειαν
τὴν καρδίαν του εἰς τὸν Θεόν,
ὁ ὁποῖος τὸν ἐδημιούργησε
καὶ δέεται ἐνώπιον τοῦ Ὑψιστου.
Ἀνοίγει τὸ στόμα του εἰς προσευχὴν
πρὸς τὸν Κύριον καὶ παρακαλεῖ
αὐτόν, νὰ τοῦ συγχωρήσῃ
τὰς ἁμαρτίας,
|
5
Θὰ δώσῃ τὴν ἀφωσιωμένην καρδίαν του
ἀπὸ τῆς πρωΐας εἰς τὸν Κύριον,
ὁ Ὁποῖος τὸν ἐδημιούργησε, καὶ
θὰ ἀπευθύνῃ τὴν δέησίν του ἐνώπιον
τοῦ Ὑψίστου· θὰ ἀνοίξῃ
δὲ τὸ στόμα του διὰ νὰ προσευχηθῇ
καὶ θὰ παρακαλέσῃ διὰ τὴν συγχώρησιν
τῶν ἁμαρτιῶν του. |
6
Ἐὰν Κύριος ὁ μέγας θελήσῃ,
πνεύματι συνέσεως ἐμπλησθήσεται·
αὐτὸς ἀνομβρήσει ρήματα σοφίας
αὐτοῦ, καὶ ἐν προσευχῇ ἐξομολογήσεται
Κυρίῳ. |
6
ἐὰν δὲ ὁ παντοδύναμος Κύριος
θελήσῃ, θὰ γεμίσῃ αὐτὸς
ἀπὸ πνεῦμα συνέσεως. Αὐτός,
ὡσὰν εὐεργετικὴν βροχήν, θὰ
χύνῃ τοὺς σοφοὺς λόγους του
καὶ διὰ τῆς προσευχῆς του θὰ
δοξολογῇ τὸν Κύριον.
|
6
Ἐὰν δὲ ὁ Κύριος, ὅστις εἶναι
μέγας καὶ δυνατός, εὐδοκήσῃ, θὰ πληρωθῇ
ὁ ἄνθρωπος οὗτος μὲ πνεῦμα συνέσεως
καὶ σοφίας· καὶ αὐτὸς ὡς
ἄλλην βροχὴν θὰ σκορπίσῃ τοὺς
λόγους τῆς θείας Σοφίας καὶ θὰ δοξολογῇ
τὸν Κύριον κατὰ τὴν προσευχήν.
|
7
Αὐτὸς κατευθυνεῖ βουλὴν αὐτοῦ
καὶ ἐπιστήμην καὶ ἐν τοῖς
ἀποκρύφοις αὐτοῦ διανοηθήσεται·
|
7
Ὁ Θεὸς θὰ κατευθύνῃ αὐτὸν
εἰς ὀρθὰς ἀποφάσεις καὶ
εἰς τὴν σοφίαν· θὰ τὸν
ὑποβοηθήσῃ δέ, ὥστε νὰ
σκέπτεται καὶ νὰ κατανοῇ τὰ
ἀπόκρυφα θεῖα νοήματα.
|
7
Αὐτὸς θὰ κατευθύνῃ τὸ θέλημα
αὐτοῦ καὶ τὴν πλουσίαν γνῶσιν
του εἰς τὸ ἀγαθὸν καὶ θὰ
διανοῆται τὰς μυστηριώδεις ἀληθείας καὶ
νοήματα τοῦ Θεοῦ. |
8
αὐτὸς ἐκφανεῖ παιδείαν διδασκαλίας
αὐτοῦ καὶ ἐν νόμῳ διαθήκης
Κυρίου καυχήσεται. |
8
Αὐτὸς δὲ ὁ σοφὸς θὰ καταστήσῃ
φανερὰ τὰ ἀγαθὰ τῆς μορφώσεώς
του· καὶ εἰς τὸν νόμον τοῦ
Κυρίου θὰ ἔχῃ τὴν καύχησίν
του. |
8
Αὐτὸς θὰ καταστήσῃ φανερὰν μὲ
τὴν διδασκαλίαν του τὴν κατὰ Θεὸν
μόρφωσιν καὶ παιδαγωγίαν του καὶ θὰ καυχᾶται
διὰ τὸν Νόμον τῆς Διαθήκης τοῦ Κυρίου,
εἰς τὸν ὁποῖον θὰ ἐντρυφᾷ.
|
9
Αἰνέσουσι τὴν σύνεσιν αὐτοῦ
πολλοί, ἕως τοῦ αἰῶνος οὐκ
ἐξαλειφθήσεται· οὐκ ἀποστήσεται
τὸ μνημόσυνον αὐτοῦ, καὶ ὄνομα
αὐτοῦ ζήσεται εἰς γενεὰς γενεῶν.
|
9
Πολλοὶ θὰ ἐπαινέσουν τὴν σοφίαν
του, ἡ ὁποία οὐδέποτε θὰ
λησμονηθῇ. Ἡ ἀνάμνησίς του καὶ
τὸ ὄνομά του θὰ ζοῦν εἰς
τὰς γενεὰς τῶν γενεῶν.
|
9
Θὰ ἐπαινέσουν πολλοὶ τὴν σύνεσίν του,
καὶ δὲν θὰ λησμονηθῇ ποτὲ μέχρι
τοῦ αἰῶνος. Δὲν θὰ ἐξαφανισθῇ
ἡ μνήμη του, καὶ τὸ ὄνομά του θὰ
ζήσῃ εἰς γενεᾶς γενεῶν. |
10
Τὴν σοφίαν αὐτοῦ διηγήσονται
ἔθνη, καὶ τὸν ἔπαινον αὐτοῦ
ἐξαγγελεῖ ἐκκλησία.
|
10
Τὰ διάφορα ἔθνη θὰ διηγοῦνται
τὴν σοφίαν του καὶ αἱ συγκεντρώσεις
τῶν ἀνθρώπων θὰ διαλαλοῦν τὸν
ἔπαινόν του.
|
10
Ἔθνη πολλὰ θὰ διακηρύττουν τὴν σοφίαν
του, καὶ τὸν ἔπαινόν του θὰ ἐξαγγέλλῃ
συγκέντρωσις λαοῦ. |
11
Ἐὰν ἐμμείνῃ, ὄνομα καταλείψει
ἢ χίλιοι, καὶ ἐὰν ἀναπαύσηται,
ἐμποιήσει αὐτῷ.
|
11
Ἐὰν ζήσῃ ἐπὶ μακρόν,
τὸ ὄνομά του θὰ καταστῇ ἐνδοξότερον
παρὰ χίλιοι ἄλλοι· καὶ ἐὰν
διὰ τοῦ θανάτου ἀναπαυθῇ, θὰ
προσθέσῃ εἰς αὐτὸ δόξαν.
|
11
Ἐὰν ζήσῃ ἐπὶ μακράν, θὰ
δημιουργήσῃ ὄνομα περισσότερον ἐξακουσμένον
καὶ φημισμένον παρ' ὅσον χίλιοι ἄλλοι, καὶ
ἐὰν ἀναπαυθῇ, ἡ δόξα του θὰ
αὐξηθῇ περισσότερον. |
12
Ἔτι διανοηθεὶς ἐκδιηγήσομαι καὶ
ὡς διχομηνία ἐπληρώθην.
|
12
Θέλω ἀκόμη νὰ διηγηθῶ τὰς
σκέψεις μου, ἀπὸ τὰς ὁποίας
εἶμαι πλήρης, ὅπως ἡ πανσέληνος.
|
12
Ἐπειδὴ διενοήθην καὶ ἐσκέφθην καὶ
ἄλλα τινὰ ἀκόμη, θὰ διηγηθῶ
καὶ τὰς σκέψεις αὐτάς, διότι ἐπληρώθην
καὶ ἐγέμισα ἀπὸ αὐτάς, ὡς
ἡ σελήνη κατὰ τὸ μέσον τοῦ μηνὸς
γίνεται παμφαής. |
13
Εἰσακούσατέ μου, υἱοὶ ὅσιοι,
καὶ βλαστήσατε ὡς ρόδον φυόμενον
ἐπὶ ρεύματος ὑγροῦ
|
13
Υἱοὶ εὐσεβεῖς, ἀκούσατέ
με. Θὰ βλαστήσετε καὶ θὰ ἀνθίσετε
ὡσὰν τὴν τριανταφυλλιά, ἡ ὁποία
εἶναι φυτευμένη εἰς ὑγρὰ ἐδάφη.
|
13
Ἀκούσατέ με, παιδιὰ εὐσεβῇ, καὶ
βλαστήσατε ὅπως τὸ ρόδον, ποὺ φυτρώνει εἰς
νερὸν τρεχούμενον τοῦ ὑπαίθρου,
|
14
καὶ ὡς λίβανος εὐωδιάσατε ὀσμὴν
καὶ ἀνθήσατε ἄνθος ὡς κρίνον,
διαδότε ὀσμὴν καὶ αἰνέσατε
ᾄσμα. Εὐλογήσατε Κύριον ἐπὶ
πᾶσι τοῖς ἔργοις, |
14
Θὰ εὐωδιάζετε ὡσὰν τὸ
λιβάνι, θὰ ἀνθίσετε ὅπως ἀνθίζουν
τὰ κρίνα. Διασκορπίσατε τὴν εὐωδίαν
τῆς σοφίας σας καὶ ψάλατε ᾆσμα.
Δοξολογήσατε τὸν Κύριον δι' ὅλα τὰ
ἔργα αὐτοῦ.
|
14
καὶ σκορπίσατε εὐωδίαν ὅπως τὸ θυμίαμα
καὶ ἀνθήσατε ὅπως τὸ κρίνον·
διαχύσατε εὐωδίαν ἀρετῆς καὶ σεμνότητος
καὶ ψάλατε αἶνον, δοξάσατε τὸν Κύριον δι'
ὅλα τὰ ἔργα του. |
15
δότε τῷ ὀνόματι αὐτοῦ
μεγαλωσύνην καὶ ἐξομολογήσασθε ἐν
αἰνέσει αὐτοῦ, ἐν ᾠδαῖς
χειλέων καὶ ἐν κινύραις καὶ
οὕτως ἐρεῖτε ἐν ἐξομολογήσει·
|
15
Μεγαλύνατε τὸ ὄνομά του καὶ
διακηρύξατε τὸν αἶνον του μὲ τὰ
ᾄσματα τῶν χειλέων σας καὶ μὲ
τὰς κινύρας. Αὐτὰ θὰ λέγετε
καὶ θὰ ψάλλετε δοξολογοῦντες τὸν
Κύριον· |
15
Διακηρύξατε μετὰ βαθυτάτης ταπεινώσεων τὸ μεγαγαλεῖον
τοῦ Ὀνόματός του καὶ δοξολογήσατε Αὐτὸν
μὲ ὕμνον καὶ μὲ ᾄσματα τοῦ
στόματος καὶ τῶν χειλέων σας καὶ μὲ
ἅρπας καὶ λύρας· καὶ μὲ τὸν
τρόπον αὐτὸν θὰ εἴπητε κατὰ
τὴν δοξολογίαν σας: |
16
τὰ ἔργα Κυρίου πάντα ὅτι καλὰ
σφόδρα, καὶ πᾶν πρόσταγμα ἐν
καιρῷ αὐτοῦ ἔσται· οὐκ
ἔστιν εἰπεῖν· τί τοῦτο;
Εἰς τί τοῦτο; |
16
Ὅλα τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου εἶναι
ἐξαιρέτως ὡραῖα καὶ ὅλα
τὰ προστάγματά του θὰ πραγματοποιοῦνται
εἰς τὸν καιρόν των. Δὲν εἶναι
δὲ δυνατὸν νὰ λέγῃ κανείς,
τί εἶναι αὐτό; Πρὸς τί
ἐδημιουργήθη ἐκεῖνο;
|
16
Ὅλα τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου εἶναι
ὑπερβαλλόντως καλά, καὶ κάθε πρόσταγμά του θὰ
ἐκτελεσθῇ εἰς τὸν καιρόν του. Δὲν
ὑπάρχει λόγος νὰ εἴπῃ κάποιος: Τί
εἶναι αὐτό; Καὶ διατὶ ἔγινε
αὐτό; |
17
Πάντα γὰρ ἐν καιρῷ αὐτοῦ
ζητηθήσεται, ἐν λόγῳ αὐτοῦ
ἔστη ὡς θημωνία ὕδωρ, καὶ ἐν
ρήματι στόματος αὐτοῦ ἀποδοχεῖα
ὑδάτων. |
17
Διότι κάθε πρᾶγμα θὰ ἀναζητῆται
καὶ θὰ κατανοῆται εἰς τὸν καιρὸν
του. Διὰ τοῦ λόγου του ἀνυψώθη
καὶ ἐστάθη ὡσὰν θημωνιὰ
τὸ νερό, καί μὲ τὰ λόγια
τοῦ στόματός τοῦ ἔγιναν αἱ
διάφοραι δεξαμεναὶ τῶν ὑδάτων.
|
17
Διότι κάθε τι ἀπὸ ὅλα θὰ ἀναζητῆται
εἰς καιρόν του. Μὲ μόνον τὸν λόγον Αὐτοῦ
ἐστάθη σὰν θημωνία σίτου τὸ νερὸν
τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσῃ, μὲ τοῦ
Ἰορδάνου ποταμοῦ, καὶ μὲ ἓν
πρόσταγμα τοῦ στόματός του ἔγιναν αἱ ἀποθῆκαι
καὶ δεξαμαὶ τῶν ὑδάτων.
|
18
Ἐν προστάγματι αὐτοῦ πᾶσα ἡ
εὐδοκία, καὶ οὐκ ἔστὶν
ὃς ἐλαττώσει τὸ σωτήριον αὐτοῦ.
|
18
Διὰ τῆς προσταγῆς του πραγματοποιεῖται
κάθε τι, ποὺ αὐτὸς ἐπιθυμεῖ.
Καὶ κανεὶς δὲν ἠμπορεῖ νὰ
ματαιώσῃ τὴν σωτηρίαν, τὴν ὁποίαν
αὐτὸς παρέχει.
|
18
Διὰ τοῦ προστάγματός του γίνεται ὅ,τι ἀρέσκει
εἰς Αὐτόν, καὶ δὲν ὑπάρχει κανείς,
ὁ ὁποῖος θὰ ἠμπορέσῃ νὰ
ἐλαττώσῃ τὴν σωτηρίαν, τὴν ὁποίαν
Αὐτὸς στέλλει. |
19
Ἔργα πάσης σαρκὸς ἐνώπιον αὐτοῦ,
καὶ οὐκ ἔστι κρυβῆναι ἀπὸ
τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ.
|
19
Ὅλα τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων
εἶναι ἐνώπιόν του, καὶ τίποτε
δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποκρυβῇ
ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς του.
|
19
Τὰ ἔργα πάντων τῶν ἀνθρώπων, οἱ
ὁποῖοι δὲν εἶναι παρὰ φθαρταὶ
καὶ ἀσθενεῖς σάρκες, εἶναι φανερὰ
ἐνώπιόν Του καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν
νὰ κρυφθοῦν ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς
του. |
20
Ἀπὸ τοῦ αἰῶνος εἰς τὸν
αἰῶνα ἐπέβλεψε, καὶ οὐθὲν
ἐστι θαυμάσιον ἐναντίον αὐτοῦ.
|
20
Ἐπιβλέπει καὶ παρακολουθεῖ ἀπὸ
τοῦ αἰῶνος καὶ ἕως τοῦ
αἰῶνος καὶ τίποτε δὲν εἶναι
καταπληκτικὸν καὶ παράδοξον ἐνώπιόν
του. |
20
Ἀπὸ τοῦ ἑνὸς αἰῶνος
εἰς τὸν ἄλλον αἰῶνα φέρει τὸ
βλέμμα του, καὶ δὲν ὑπάρχει τίποτε ἐκπληκτικὸν
καὶ θαυμαστὸν ἐνώπιόν Του.
|
21
Οὐκ ἔστιν εἰπεῖν· τί τοῦτο;
Εἰς τί τοῦτο; Πάντα γὰρ εἰς
χρείας αὐτῶν ἔκτισται.
|
21
Δι' αὐτὸ καὶ κανεὶς ἄνθρωπος
δὲν πρέπει νὰ διατυπώνῃ ἀμφιβολίας
καὶ νὰ λέγῃ· <τί εἶναι
τοῦτο; Διατὶ ὑπάρχει ἐκεῖνο;>
Διότι τὰ πάντα ἔχουν δημιουργηθῇ
πρὸς ἕνα χρήσιμον σκοπόν.
|
21
Κανεὶς δὲν ἠμπορεῖ νὰ εἴπῃ:
Τί εἶναι τοῦτο; Καὶ διατὶ ἐγινεν
αὐτό; Διότι ὅλα ἐδημιουργήθησαν δι' ὡρισμένην
ἕκαστον ἀνάγκην. |
22
Ἡ εὐλογία αὐτοῦ ὡς ποταμὸς
ἐπεκάλυψε, καὶ ὡς κατακλυσμὸς
ξηρὰν ἐμέθυσεν. |
22
Ἡ εὐλογία τοῦ Κυρίου ἐξεχείλισεν
ὡσὰν ποταμὸς καὶ ἐσκέπασε
τὰ πάντα· καὶ ὡσὰν κατακλυσμὸς
ὑδάτων ἐπότισε πλουσίως τὴν
γῆν.
|
22
Ἡ εὐλογία του σὰν ποταμὸς κατεκάλυψε
καὶ ἐσκέπασε τὴν γῆν καὶ σὰν
κατακλυσμὸς καθύγρανε καὶ ἐμέθυσε τὴν
ξηράν. |
23
Οὕτως ὀργὴν αὐτοῦ ἔθνη
κληρονομήσει, ὡς μετέστρεψεν ὕδατα
εἰς ἅλμην. |
23
῎Ετσι πάλιν ἐξαποστέλλει τὸν
δίκαιον θυμόν του ὡς κληρονομίαν εἰς
τὰ ἀσεβῆ ἔθνη καὶ αὐτὸς
μετέβαλε τὰ πόσιμα ὕδατα εἰς
ἁλμυρά.
|
23
Ἔτσι καὶ τὰ ἔθνη θὰ κληρονομήσουν
τὴν ὀργήν του, ὅπως μετέβαλε τὰ γλυκὰ
ὕδατα εἰς ἁλμυρά. |
24
Αἱ ὁδοὶ αὐτοῦ τοῖς ὁσίοις
εὐθεῖαι, οὕτως τοῖς ἀνόμοις
προσκόμματα. |
24
Τὸ θέλημά του, καὶ ὁ τρόπος
τῆς ἐνεργείας του εἶναι διὰ
τοὺς εὐσεβεῖς ἀνθρώπους εὐθέα,
διὰ τοὺς παρανόμους ὅμως εἶναι
προσκόμματα.
|
24
Αἱ οἰκονομίαι τῆς προνοίας του εἶναι
καλαὶ καὶ εὐθεῖαι διὰ τοὺς
ἀφωσιωμένους εἰς Αὐτόν, ἐνῷ
διὰ τοὺς παραβαίνοντας τὸν Νόμον του εἶναι
ἐμπόδια, εἰς τὰ ὁποῖα σκοντάπτοντες
πίπτουν. |
25
Ἀγαθὰ τοῖς ἀγαθοῖς ἔκτισται
ἀπ' ἀρχῆς, οὕτως τοῖς ἁμαρτωλοῖς
κακά. |
25
Τὰ ἀγαθὰ ἔχουν δημιουργηθῇ εὐθὺς
ἐξ ἀρχῆς διὰ τοὺς ἀγαθούς,
ἔτσι καὶ τὰ κακὰ διὰ τοὺς
ἁμαρτωλούς.
|
25
Τὰ καλὰ καὶ ἀγαθὰ ἔγιναν
ἐξ ἀρχῆς διὰ τοὺς καλούς· ἔτσι
καὶ τὰ κακὰ ἔγιναν διὰ τοὺς
ἁμαρτωλούς. |
26
Ἀρχὴ πάσης χρείας εἰς ζωὴν
ἀνθρώπου, ὕδωρ, πῦρ, καὶ σίδηρος
καὶ ἄλας καὶ σεμίδαλις πυροῦ
καὶ μέλι καὶ γάλα, αἷμα σταφυλῆς
καὶ ἔλαιον καὶ ἱμάτιον.
|
26
Βασικῆς σημασίας καὶ ἀπαραίτητα
διὰ τὴν ζωὴν τοῦ ἀνθρώπου
εἶναι τὸ νερό, ἡ φωτιά, ὁ
σίδηρος, τὸ ἀλάτι, τὸ σημιγδάλι
τοῦ σιταριοῦ, τὸ μέλι, τὸ γάλα,
ὁ οἶνος, τὸ ἔλαιον, τὸ ἔνδυμα.
|
26
Τῆς πρώτης καὶ ἀπαραιτήτου ἀνάγκης
διὰ τὴν ζωὴν τοῦ ἀνθρώπου εἶναι
τὸ νερόν, ἡ φωτιά, ὁ σίδηρος καὶ τὸ
ἅλας, καθὼς καὶ τὸ ἐκ τοῦ
σίτου σιμιγδάλι, τὸ μέλι, τὸ γάλα καὶ τὸ
αἷμα τῆς σταφυλῆς, ὁ οἶνος δηλαδή,
καὶ τὸ ἔλαιον καὶ τὸ ἔνδυμα.
|
27
Ταῦτα πάντα τοῖς εὐσεβέσιν εἰς
ἀγαθά, οὕτως τοῖς ἁμαρτωλοῖς
τραπήσεται εἰς κακά. |
27
Ὅλα αὐτὰ εἶναι διὰ τὸ
καλὸν τῶν εὐσεβῶν. Μετατρέπονται
ὅμως καὶ ἀποβαίνουν εἰς κακὸν
διὰ τοὺς ἁμαρτωλούς.
|
27
Ὅλα αὐτὰ ἔγιναν χάριν τῶν εὐσεβῶν
πρὸς ἀγαθὴν χρῆσιν καὶ ἐξυπηρέτησιν
αὐτῶν· τουναντίον εἰς τοὺς ἁμαρτωλοὺς
θὰ μετατραποῦν εἰς βλάβην καὶ καταδίκην.
|
28
Ἔστι πνεύματα, ἃ εἰς ἐκδίκησιν
ἔκτισται καὶ ἐν θυμῷ αὐτοῦ
ἐστερέωσαν μάστιγας αὐτῶν·
ἐν καιρῷ συντελείας ἰσχὺν ἐκχεοῦσι
καὶ τὸν θυμὸν τοῦ ποιήσαντος
αὐτοὺς κοπάσουσι. |
28
Ὑπάρχουν ἄνεμοι βίαιοι ἢ καυστικοί,
οἱ ὁποῖοι ἔχουν δημιουργηθῇ
εἰς τιμωρίαν τῶν κακῶν, ἐν δὲ
τῇ δικαίᾳ ὀργῇ του ὁ Θεὸς
τοὺς ἐξαπολύει ὡς σφοδρὰς μάστιγας
ἐναντίον ἐκείνων. Καὶ εἰς
τὸν καιρὸν τῆς δικαίας τιμωρίας
ἐκχύνουν τὴν καταστρεπτικὴν δύναμίν
των, καὶ ἔτσι ἐπαναπαύουν καὶ
σταματοῦν τὴν ὀργὴν τοῦ δημιουργοῦ
των. |
28
Ὑπάρχουν ἄνεμοι, οἱ ὁποῖοι ἐδημιουργήθησαν
πρὸς ἐκδίκησιν καὶ τιμωρίαν καὶ κατὰ
τὸν θυμὸν τοῦ Θεοῦ καθιστοῦν
στερεὰς καὶ ἰσχυρὰς τὰς μάστιγας
καὶ τὰς βιαίας πνοάς των; Κατὰ δὲ
τὸν καιρὸν τῶν καταστροφῶν θὰ
ἑξαπολύσουν τὴν δύναμίν των καὶ θὰ
κοπάσουν κατασιγάζοντες τὸν θυμὸν Ἐκείνου,
ὁ Ὁποῖος ἐποίησεν αὐτούς.
|
29
Πῦρ καὶ χάλαζα καὶ λιμὸς καὶ
θάνατος, πάντα ταῦτα εἰς ἐκδίκησιν
ἔκτισται· |
29
Φλογερὸν καῦμα, χάλαζα καὶ θάνατος,
ὅλα αὐτὰ ἔγιναν εἰς τιμωρίαν
τῶν ἀσεβῶν. |
29
Ἡ φωτιὰ καὶ τὸ χαλάζι, ἡ πεῖνα
καὶ ὁ θάνατος, ὅλα αὐτὰ ἔγιναν
πρὸς τιμωρίαν καὶ θείαν ἐκδίκησιν.
|
30
θηρίων ὀδόντες καὶ σκορπίοι
καὶ ἔχεις καὶ ρομφαίᾳ ἐκδικοῦσα
εἰς ὄλεθρον ἀσεβεῖς· |
30
Δόντια θηρίων, σκορπιοί, ὀχιές,
φονικὰ μαχαίρια ἔγιναν εἰς δικαίαν
ἐξολόθρευσιν τῶν ἀσεβῶν.
|
30
Τὰ δόντια τῶν θηρίων καὶ οἱ σκορπιοὶ
καὶ αἱ ἔχιδναι καὶ τὸ ἐκδικητικὸν
ξίφος ἔγιναν διὰ τὸν ὄλεθρον τῶν
ἀσεβῶν. |
31
ἐν τῇ ἐντολῇ αὐτοῦ εὐφρανθήσονται
καὶ ἐπὶ τῆς γῆς εἰς χρείας
ἑτοιμασθήσονται καὶ ἐν τοῖς
καιροῖς αὐτῶν οὐ παραβήσονται
λόγον. |
31
Ὅλα αὐτὰ χαίρουν νὰ ἐκπληρώσουν
τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ καὶ
εἶναι ἔτοιμα διὰ κάθε τί, ποὺ
θὰ χρειασθῇ εἰς τὴν γῆν. Καὶ
ὅταν ἔλθῃ ὁ καιρὸς τῆς
δράσεώς των, δὲν θὰ παραβοῦν
τὴν διαταγὴν τοῦ Θεοῦ.
|
31
Ὅταν θὰ δοθῇ εἰς αὐτὰ
ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, θὰ χαροῦν
ὑπερβαλλόντως καὶ θὰ ἐτοιμασθοῦν
πρὸς χρησιμοποίησίν των διὰ πᾶσαν ἀνάγκην
ἐπὶ τῆς γῆς· ὅταν δὲ
ἐπιστῇ ὁ κατάλληλος χρόνος δι’ ἕκαστον
τούτων, δὲν θὰ παραβοῦν τὸν λόγον
τοῦ Θεοῦ. |
32
Διὰ τοῦτο ἐξ ἀρχῆς ἐστηρίχθην
καὶ διενοήθην καὶ ἐν γραφῇ ἀφῆκα·
|
32
Διὰ τοῦτο εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς
ἐστηρίχθην εἰς τὴν σκέψιν μου
καὶ ἀφοῦ καλῶς τὰ ἐμελέτησα
ὅλα αὐτά, τὰ παρέδωσα γραπτῶς
εἰς τοὺς ἀνθρώπους.
|
32
Δι' αὐτὸ ἐξ ἀρχῆς ἐσχημάτισα
ἀκλόνητον πεποίθησιν καὶ ἐσκέφθην σοβαρῶς
καὶ ἐγγράφως ἀφῆκα ταῦτα.
|
33
τὰ ἔργα Κυρίου πάντα ἀγαθὰ
καὶ πᾶσαν χρείαν ἐν ὥρᾳ
αὐτῆς χορηγήσει. |
33
Ὅλα τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου εἶναι
ἀγαθά· αὐτὸς δὲ χορηγεῖ
τὴν εὐμένειάν του, ὅπου ὑπάρχει
ἀνάγκη, εἰς τὸν κατάλληλον καιρόν.
|
33
Τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου εἶναι πάντα καλά,
καὶ εἰς πᾶσαν ἀνάγκην, ὅταν
ἔλθῃ ἡ ὥρα της, θὰ προμηθεύσουν
τὸ χρήσιμον. |
34
Καὶ οὐκ ἔστιν εἰπῖν· τοῦτο
τούτου πονηρότερον, πάντα γὰρ ἐν
καιρῷ εὐδοκιμηθήσεται. |
34
Καὶ δὲν πρέπει ποτὲ νὰ εἴπῃ
κανείς, τοῦτο τὸ δημιούργημα εἶναι
κατώτερον ἀπὸ ἐκεῖνο, διότι
ὅλα τὰ δημιουργήματα εἰς τὸν
κατάλληλον καιρὸν θὰ φανοῦν καλὰ
καὶ χρήσιμα.
|
34
Καὶ δὲν δύναται οὔτε ἐπιτρέπεται νὰ
εἴπῃ κανείς· τοῦτο εἶναι χειρότερον
ἀπὸ ἐκεῖνο· διότι ὅλα εἰς
τὸν κατάλληλον καιρὸν θὰ παρουσιασθοῦν
χρήσιμα καὶ ἐπιτυχημένα. |
35
Καὶ νῦν ἐν πάσῃ καρδίᾳ
καὶ στόματι ὑμνήσατε καὶ εὐλογήσατε
τὸ ὄνομα Κυρίου. |
35
Καὶ τώρα μὲ ὅλην σας τὴν καρδιὰ
καὶ μὲ ὅλην τὴν δύναμιν τῆς
φωνῆς σας ὑμνολογήσατε καὶ δοξάσατε
τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. |
35
Καὶ τώρα μὲ ὅλην σας τὴν καρδίαν καὶ
τὸ στόμα σας ὑμνήσατε καὶ δοξάσατε τὸ
ὄνομα τοῦ Κυρίου. |